Μάννα
Μάννα! Δὲν βρίσκεται λέξι καμμία
νά ᾽χη στὸν ἦχό της τόση ἁρμονία.
Σὰν ποιὸς νὰ σ’ ἄκουσε μὲ στῆθος κρύο,
ὄνομα θεῖο;
Παιδὶ ἀπὸ σπάργανα ζωμένο ἀκόμα,
μὲ χάρι ἀνοίγοντας γλυκὰ τὸ στόμα,
γυρνάει στὸν ἄγγελο, ποὺ τ’ ἀγκαλιάζει,
καὶ Μάννα κράζει.
Στὸν κόσμο τρέχοντας ὁ νέος διαβάτης
πέφτει στ’ ἀγνώριστα βρόχια τ᾽ς ἀπάτης,
κι ἀναστενάζοντας, Μάννα μου!, λέει,
Μάννα! Καὶ κλαίει.
Τῆς νιότης φεύγουνε τ’ ἄνθια κ’ ἡ χάρι,
τριγῦρο σέρνεται μ’ ἀργὸ ποδάρι,
ὥσπου στὴν κλίνη του, σὰν βαρεμένος,
πέφτει ὁ καημένος.
Καὶ πρὶν τὴν ὕστερη πνοή του στείλη,
ἀργὰ ταράζονται τὰ κρύα του χείλη,
καὶ μὲ τὸ Μάννα μου! σὰν βαρεμένος,
πρώτη φωνή του, πετᾷ ἡ ψυχή του.
Ἀντιγραφή γιὰ τὸ «σπιτὰκι τῆς Μέλιας»
ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΟΝ ΣΤ΄ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ
ΕΥΑΓΓ. Π. ΦΩΤΙΑΔΟΥ – ΗΛΙΑ Π. ΜΗΝΙΑΤΗ
Γ. ΜΕΓΑ – Δ. ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΟΥ
Θ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΥ
1955
Εἰκόνα:» «Ἡ μητέρα μὲ τὸ παιδὶ», ἔργο τοῦ Léon Perrault, ἀπὸ: wiki.commons
Σχολιάστε
Comments feed for this article