Γεώργιος Μαρτιννέλης «Ἐθνικαὶ Εἰκόνες»

Τέτοιαν ἡμέρα διάλεξεν ἡ σπλαχνικὴ Μαρία

νὰ εἰπῆ στὸν Κύριο τοῦ Παντός, ποὺ τ’ ἄψυχα ἐμψυχώνει:

«Κοίτα στὴ γῆ τοὺς Χριστιανούς, ποὺ μ’ ἄπειρη λατρεία

ἐμὲ γιορτάζουν σήμερα, πόση σκλαβιὰ πλακώνει!».

Καὶ πνεῦμα θεῖο χύθηκε μεμιᾶς εἰς τὴν ἁγία

ψυχὴ τοῦ ἐνδόξου Γερμανοῦ, π’ ἀτρόμητος ἁπλώνει

τὸ ξακουστὸ τὸ Λάβαρο κι ἀπὸ τὴν ἐκκλησία

πρῶτος προβάλλει ἀγωνιστὴς καὶ πρῶτος ξεσπαθώνει.

Φεύγουν ἀπ’ ὅλες τὶς μεριὲς οἱ Τοῦρκοι τρομαγμένοι,

ἐνῶ προφέρει ὁ Γερμανὸς κι ἠχολογοῦν οἱ ἄλλοι

τὸν ὅρκο, π’ ὅλην ἔσεισε βαθιὰ τὴν οἰκουμένη.

Μέρα γλυκιά, μέρα λαμπρή, μέρα χαριτωμένη!

Κάθε φορὰ ποὺ ἡ λάμψη σου στὴν ἐκκλησιὰ προβάλλει,

πάντα τὴ δάφνη ἐλεύθερη θὰ τὴν ἰδῆς σπαρμένη.

«Ἐθνικαὶ Εἰκόνες», 1886 Γεώργ. Μαρτιννέλης

Ἀντιγραφή γιὰ τὸ «σπιτὰκι τῆς Μέλιας»

Νεοελληνικὰ Ἀναγνώσματα  Β’ Γυμνασίου
Γ. Καλαματιανοῦ, Θ. Μακρόπουλου, Ν. Κοντόπουλου
1966

τὸ «σπιτὰκι τῆς Μέλιας»