You are currently browsing the tag archive for the ‘agiasofia’ tag.
Περιπόθητε μοι φίλε κ. καπετάν Αλέξανδρε εν Κυρίω ευχόμενος σέ ασπάζομαι τόν ελληνικόν ασπασμόν.
Έφυγα φίλε, από τήν πατρίδα μου κυνηγούμενος καί από τούς τυράννους Τούρκους καί από τούς τουρκολάτρας καί αφ’ ου ήλθον εδώ τήν δευτέραν ημέραν, τή νύκτα εκάη τό οσπίτιον όπου ήμουν φιλοξενούμενος καί εβγήκα γυμνός από μίαν τρύπα καί άλλο δέν εγλύτωσα από 8000 γροσίων πράγματα καί τήν ζωήν μου.
«Εν Σμύρνην τη 25 Αυγούστου 1922
Αγαπητέ φίλε καί αδελφέ κύριε Ελευθέριε Βενιζέλε,
Επέστη η μεγάλη στιγμή της μεγάλης εκ μέρους σας χειρονομίας.
Ο Ελληνισμός της Μικράς Ασίας, το Ελληνικόν Κράτος, αλλά καί σύμπαν το Ελληνικόν Έθνος, καταβαίνει πλέον εις τον Αδην από του οποίου καμμία πλέον δύναμις δεν θα δυνηθή να τό αναβιβάση καί το σώση.
«Καπετάν Νικολάκη Μπόταση, λόγου μου δέχομαι νάμπω καί νά κουμαντάρω τό μπουρλότο.»
– «Πώς σέ λένε λεβέντη μου;»
– «Τ’ όνομά μου είναι Γιώργης Ανεμογιάννης απ’ τούς Παξούς καί γι’ αυτό οι πιό πολλοί μέ φωνάζουν Παξινό.»
– «Σέ ποιό καράβι είσαι γεμιτζής;»
– «Στής Λασκαρίνας τής Μπουμπουλίνας.»
– «Τί ζητάς γιά πλερωμή;»
– «Άν δώσει ο Θεός καί πετύχω, δώσε μου δέκα τάλλαρα νά τά κάνω χάρισμα τής αρραβωνιαστικιάς μου.»
Όταν στίς 8 Μαΐου 1821, μέ τήν ανατολή τού ηλίου, φάνηκαν από μακρυά τά στρατεύματα τού Ομέρ Βρυώνη, οι καπετάνιοι έκαναν συμβούλιο γιά νά καθορίσουν πού θά κτυπήσουν τόν πασά μέ τούς Τουρκαλβανούς του.
Κάθισαν κάτω από μία μεγάλη βελανιδιά πού βρισκόταν έξω από τό χάνι. Η πρόταση γιά νά ταμπουρωθούν στό γεφύρι τής Χαϊνίτσας απορρίφθηκε. Προτάθηκε τότε νά πιάσουν τίς γύρω ορεινές πλαγιές βάζοντας στή μέση τόν εχθρό πού θά περνούσε από τόν δρόμο γιά τά Σάλωνα.
Ο Ανδρούτσος, καθισμένος κι αυτός μέ τούς άλλους κάτω από τή βελανιδιά, παρακολουθούσε αμίλητος, τάχα αδιάφορος, καπνίζοντας τό τσιμπούκι του. Τό βλέμμα του ήταν καρφωμένο μπροστά.
Η νίκη στα Γιαννιτσά άνοιξε το δρόμο για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης. Μολονότι η νίκη των Γιαννιτσών ήταν πολύ σπουδαία για την πρόοδο των ελληνικών επιχειρήσεων, ο δρόμος για τη Θεσσαλονίκη δεν ήταν περίπατος.
Οι Τούρκοι κατά την υποχώρησή τους είχαν καταστρέψει όλες τις γέφυρες του Αξιού και οι πολλές βροχές είχαν φουσκώσει τα νερά του ποταμού. Για να περάσει η ελληνική στρατιά έπρεπε να κατασκευαστούν πρόχειρες γέφυρες και αυτό συνεπαγόταν καθυστέρηση.
Η διάβασις του Αξιού απαίτησε 2 μέρες καί τό βράδυ της 24ης Οκτωβρίου είχαν διαπεραιωθεί στήν ανατολική όχθη όλες σχεδόν οι μονάδες. Τήν επομένη έφθασαν στό Γενικό Στρατηγείο δύο Τούρκοι αξιωματικοί του επιτελείου του Ταξίν πασά γιά διαπραγματεύσεις.
«1500 εχθροί υπό τήν οδηγίαν τού Ασλάμπεη Μουχουρδάρη, ευρόντες τήν δίοδόν τών Θερμοπυλών ελευθέραν, φυγόντων τών φυλασσόντων αυτήν Ελλήνων, εισέβαλαν δι’ αυτής, καί διελθόντες τήν Λεβαδείαν, καί αφήσαντες εκεί καί αλλού φρουράς, μετέβησαν εις Αθήνας ατουφέκιστοι καθ’ όλην τήν πορείαν.
Ο ρωσσικός πόλεμος ηνάγκασε τήν Πύλην βλέπουσαν τόν δεινόν εχθρόν όχι μακράν τής Αδριανουπόλεως ν’ ανακαλέση εν τάχει πανταχόθεν τά στρατεύματά της εις ιδίαν υπεράσπισιν· τούτου χάριν, απεστάλησαν οι περί τόν Ασλάμπεην ίνα συνοδεύσωσιν εις Λάρισσαν τούς εν Θήβαις καί Αττική εκτός τών φρουρούντων τήν ακρόπολιν τών Αθηνών.
«Εν ονόματι Θεού Παντοκράτορος.
Τό Ελληνικόν Έθνος βεβαρυμένον πλέον ν’ αναστενάζη υπό τόν σκληρόν ζυγόν, από τού οποίου τέσσαρας περίπου αιώνας καταθλίβεται επονειδίστως, τρέχει μέ γενικήν καί ομόφωνον ορμήν εις τά όπλα, διά νά κατασυντρίψη τάς βαρείας αλύσεις τάς υπό τών βαρβάρων μωαμεθανών περιτεθείσας εις αυτό.
Τό ιερόν όνομα τής Ελευθερίας αντηχεί εις όλα τά μέρη τής Ελλάδος καί πάσα ελληνική καρδία αναφλέγεται από τήν επιθυμίαν τού νά επαναλάβη τό πολύτιμον τούτο δώρον τού Θεού ή ν’ απολεσθή εις τόν υπέρ τούτου αγώνα.
«1500 εχθροί υπό τήν οδηγίαν τού Ασλάμπεη Μουχουρδάρη, ευρόντες τήν δίοδόν τών Θερμοπυλών ελευθέραν, φυγόντων τών φυλασσόντων αυτήν Ελλήνων, εισέβαλαν δι’ αυτής, καί διελθόντες τήν Λεβαδείαν, καί αφήσαντες εκεί καί αλλού φρουράς, μετέβησαν εις Αθήνας ατουφέκιστοι καθ’ όλην τήν πορείαν.
Ο ρωσσικός πόλεμος ηνάγκασε τήν Πύλην βλέπουσαν τόν δεινόν εχθρόν όχι μακράν τής Αδριανουπόλεως ν’ ανακαλέση εν τάχει πανταχόθεν τά στρατεύματά της εις ιδίαν υπεράσπισιν· τούτου χάριν, απεστάλησαν οι περί τόν Ασλάμπεην ίνα συνοδεύσωσιν εις Λάρισσαν τούς εν Θήβαις καί Αττική εκτός τών φρουρούντων τήν ακρόπολιν τών Αθηνών.
Ο δέ Υψηλάντης, συγκεντρώσας εκ νέου 2300 στρατιώτας κατέλαβε τήν μεταξύ Θηβών καί Λεβαδείας θέσιν της Πέτρας· δι’ αυτής ήλθαν νά διαβώσι συσσωματωμένοι επί τής επανόδου των οι εχθροί, καί ιδόντες τούς Έλληνας κατέχοντας αυτήν παρεστρατοπέδευσαν τήν 10ην Σεπτεμβρίου 1829. Ήσαν δέ 5000 τακτικοί καί άτακτοι, πεζοί καί ιππείς, έλκοντες τέσσαρα κανόνια.
Επικεφαλής τών Μανιατών στή μάχη τού Διρού ήταν ο Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης, ο οποίος συντόνιζε τήν άμυνα από τόν πύργο του στό Λιμένι.
Οι Τουρκοαιγύπτιοι πού κινήθηκαν πρός τήν Αρεόπολη, τόν Πύργο Διρού καί τή Χαριά, τό μόνο πού κατάφεραν ήταν νά σφάξουν όσους γέρους καί γερόντισσες βρήκαν στά σπίτια τους.
Οι ιερείς πού λειτουργούσαν στίς εκκλησίες βάρεσαν τίς καμπάνες καί μάζεψαν γύρω τους τούς κατοίκους τών χωριών, οι οποίοι ούτε μία στιγμή δέν δίστασαν νά επιτεθούν μέ ότι όπλα διέθεταν κατά τών εισβολέων.
Γράφτηκαν στιγμές άφθαστου ηρωισμού, κυρίως από τίς γυναίκες τής Μάνης, οι οποίες μέ τά δρεπάνια τού θερισμού, θέρισαν όχι στάχυα αλλά τούρκικα κεφάλια.
Ο Ιμπραήμ αποφάσισε νά επιτεθεί στό μοναδικό μέρος πού δέν είχε αφανίσει μέ τό πέρασμά του, τήν αδούλωτη Μάνη.
Αφού έκαψε τά Σελιτσιάνικα Καλύβια (Κάτω Σέλιτσα) έστειλε επιστολή στόν Γιωργάκη Μαυρομιχάλη, ο οποίος όταν ήταν αιχμάλωτός του, είχε δηλώσει υποταγή καί τού υπενθύμισε τήν υπόσχεσή του.
Ο Ιμπραήμ τόν απείλησε λέγοντας ότι εάν οι Μανιάτες δέν έρχονταν εντός δέκα ημερών νά τόν προσκυνήσουν θά περνούσε μέ τό μαχαίρι όλο τόν τόπο καί δέν θά άφηνε «μήτε ίχνος οσπητίου».
Ο υιός τού Πετρόμπεη έδωσε τήν απάντησή του στό αιγυπτιακό κτήνος: «Ελάβαμεν τό γράμμα σου, εις τό οποίον είδαμεν νά μάς φοβερίζης ότι άν δέν σού προσφέρωμεν τήν υποταγήν μας, θέλεις εξολοθρεύσει τούς Μανιάτας καί τήν Μάνην. Διά τούτο καί ημείς σέ περιμένομεν μέ όσας δυνάμεις θελήσης.»
Πρόσφατα σχόλια