You are currently browsing the tag archive for the ‘Φύλλα Κατοχής’ tag.
Φύλλα Κατοχής «28 Φλεβάρη 1943»
Χτες βράδυ μία είδηση ακατανόητη μας ήρθε. Μία είδηση ασύλληπτη. Ο Γέρο- Παλαμάς πέθανε. Είχαμε ξεχάσει πώς ήταν θνητός. Τρέξαμε αμέσως στην οδόν Περιάνδρου.
Εκεί βρήκαμε τον Άγγελο Σικελιανό αναστατωμένο κι αυτόν. Δεν ακούονταν άχνα. Άφωνοι όλοι κοιτάζαμε το γεροντάκι να κοιμάται και περιμέναμε ώρες ορθοί κοντά του. Τι περιμέναμε;
Ίσως τη γνώριμη λάμψη των ματιών του κάτω από τα πυκνά χαμηλωμένα φρύδια του. Μα τίποτα πια. Το μυστήριο άπλωνε. Μία μεγάλη ψυχή που χώνεται στον Άδη και τον τραντάζει και ενώνει τους κόσμους..
Σαν χορός αρχαίας τραγωδίας η μία μετά την άλλη άρχισαν να μπαίνουν στο γραφείο μας σ’ ατέλειωτη σειρά γυναίκες μαυροφορεμένες.
Τα πρόσωπά τους ήταν μαρμαρωμένα, ακίνητα, με μιαν ομαδική ομοιόμορφη έκφραση νέκρας, που δεν είχα ποτέ μου ξαναδεί. Η πρώτη μίλησε με κόπο.
-«Ερχόμαστε από τα Καλάβρυτα. Δεν είμαστε όλες. Οι περισσότερες έμειναν εκεί».
Χτες μέσα στο Νοσοκομείο του Ερυθρού Σταυρού συλλάβανε τη Λέλα Καραγιάννη. Μερικοί προδότες στοιχίζουν ακριβά στην Ελλάδα.
Ένας τέτοιος την πρόδωσε. Την Λέλα Καραγιάννη τη θαυμάζομε και την αγαπούμε όλοι μας. Στη φαντασία μας φτάνει στα όρια του μύθου.
Έχει ψυχή αντρίκεια, όπως λέει ο Σολωμός, δυνατό μυαλό και το ένστικτο της πιο τέλειας γυναίκας. Με τέτοιες αρετές προσφέρει υπηρεσίες ανυπολόγιστες.
Σαν πήγα στο γραφείο ξαφνιάστηκα. Τόσο πρωΐ και τόσος κόσμος, γιατί; Ήτανε εκεί και ο νομικός σύμβουλος του Αρχιεπισκόπου, ο Γιάννης Γεωργάκης.
-«Τι συμβαίνει;» ρώτησα.
-«Καλά κάνατε και ήρθατε έτσι νωρίς», μου είπε ο Σαράμπελας. «Σας θέλει ο Μακαριώτατος».
Παρουσιάστηκα στο Γραφείο του Δεσπότη. Ήτανε πελιδνός.
-«Άκουσε», μου είπε, «σήμερα τα ξημερώματα εκτελέσανε διακόσιους ομήρους στην Καισαριανή.
Μας κυνηγάνε χωρίς ανάπαυλα. Κάθε μέρα σκοτώνουν. Την παραμονή των Φώτων τουφέκισαν οι γερμανοί τον Δημήτρη Γιαννάτο και τους αξιωματικούς Μαλιόπουλο και Κοντόπουλο.
Έχουν καταδικάσει σε θάνατο και το γιατρό Κώστα Γιαννάτο. Μ’ αυτός τρελλάθηκε και τον έκλεισαν στο Δημόσιο Ψυχιατρείο. (1) (2).
Σήμερα το πρωί εκτελούν ομήρους, είκοσι πατριώτες και δεν δίνουν τα ονόματά τους, ούτε τους παραδίνουν να ταφούν. Πέφτει χιονόνερο από το πρωί.
Ποιοί να είναι άραγε οι σκοτωμένοι; Ο καθένας τρέμει για τον άνθρωπό του (3).
Στο σκίτσο:Ένας «κοκορόφτερος» Ιταλός καραμπινιέρος προσφέρει κάτι σε ένα μικρό ελληνόπουλο. Αλλά ο πιτσιρικάς αρνείται λέγοντας: «Δεν το θέλω. Σκότωσες τον μπαμπά μου!»
***
Ήρθε και με είδε η Γκετσάλαινα. Πριν έξη μέρες, στις 27 του Σεπτέμβρη, οι ιταλοί εκτέλεσαν το γιό της,τον Περικλή Γκετσάλη, μαζί με τον Λέλο. Κι’ αυτούς για οπλοφορία.
Η Γκετσάλαινα είναι από τη Χειμάρρα. Είχε πέντε γιούς, οι τρεις έπεσαν στον πόλεμο της Αλβανίας.
Ο ένας είναι αιχμάλωτος στην Ιταλία και ο τελευταίος ο Περικλής, που εκτελέσανε τώρα, ήταν αγροφύλακας στον Πύργο Βασιλίσσης.
Από το ημερολόγιο της Ιωάννας Τσάτσου
Κυριακή βράδυ. Αυτό δεν είναι εικοσιτετράωρο είναι αιώνας ολόκληρος. Χίλια γεγονότα έχουν συμβεί.
Χτες το βράδυ αργά ο Δεσπότης είδε τον Viniola, τον ιταλό διευθυντή των φυλακών. Του πρόσφερε χρήματα. Αυτός δέχτηκε ν’ ανοίξει τις φυλακές μιαν ωρισμένη ώρα. Μα δεν ξαναφάνηκε.
Στην Καλλιθέα οι ίδιοι οι φυλακισμένοι έσπασαν τις πόρτες και βγήκαν έξω. Μαζεύτηκε ο λαός με αλλαλαγμούς χαράς.
Έφτασαν όμως οι γερμανοί, άρχισαν να πυροβολούν τα πλήθη και κλείσανε πάλι τις φυλακές. Ο Macaskey (1), ευτυχώς κατώρθωσε να ξεφύγει και να καταφύγει σε ξένη Πρεσβεία.
Από το ημερολόγιο της Ιωάννας Τσάτσου
Γέμισε το γραφείο απελπισμένους. Γυναίκες που ολοφύρονταν, γυναίκες που έκλαιγαν σιωπηλά, και άντρες που στέκονταν αμίλητοι σαν αγάλματα. Έχουν κάνει το πρωί εκτελέσεις.
Ένας πατέρας μου πήρε το χέρι και μου εμπιστευόταν, χωρίς ειρμό, με μιαν έκφραση αλλόκοτης γλύκας:
«Κρυβόμουνα πίσω απ’ τη μάντρα και τον καμάρωνα να πηγαίνει το πρωί στη δουλειά του.
Είχε ένα ωραίο μαλακό μπεζ πανωφόρι σταυρωτό, ανοιχτό από πίσω και κίτρινα γάντια, σαν αληθινός κύριος.
Από το ημερολόγιο της Ιωάννας Τσάτσου
Πώς χτυπούσαν έτσι τα κουδούνια της κάτω και της πάνω εξώπορτας του σπιτιού. Έτρεξα ν’ ανοίξω η ίδια. Ήταν δυο γερμανοί αξιωματικοί και ένα έλληνας. Ό ένας αξιωματικός κρατούσε τυλιγμένο σύρμα στα χέρια του.
– «Θέλομε το σπίτι» είπε ξεκάθαρα ο ρωμηός. Μπήκαν μέσα και προχωρούσαν στα σαλόνια και στα δωμάτια, σα να ήταν όλα δικά τους. Τους ακολοθούσα, χωρίς να καταλαβαίνω καλά καλά τι συμβαίνει.
Ανέβηκαν στην ταράτσα. Ο αξιωματικός που κρατούσε το σύρμα, έδεσε τη μιαν άκρη του σ’ ένα στύλο, κ’ έρριξε το δέμα προς την ταράτσα του πλαϊνού σπιτιου, που ήταν επιταγμένο κι’ αύτό.
της Ιωάννας Τσάτσου
(Η συγγραφέας, όπως και πολλοί άλλοι Έλληνες πατριώτες, ανέπτυξε στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής μια πολύπλευρη αντιστασιακή δραστηριότητα. Τα Φύλλα Κατοχής(1965) είναι σελίδες από το προσωπικό της ημερολόγιο. Αναφέρονται σ’ αυτό περιστατικά που τα έζησε η ίδια).
Όλη την αρχαία Ελλάδα ζωντάνεψε γύρω μας ο Ηλίας Κανάρης, ως και την ποιότητα των θανάτων της. Όχι γιατί είναι πιο γενναίος απ’ τους άλλους γενναίους, μα γιατί αγκαλιάζει τη δύσκολη ώρα με τέτοιο μπρίο*, που οι εχθροί στέκονται απέναντί του αδύναμοι. Χωρίς να το υποπτεύεται ο ίδιος, σκέπτεται σαν τον Σωκράτη*.
Πρόσφατα σχόλια