You are currently browsing the tag archive for the ‘Λειμωνάριον’ tag.
Λένε, ὅτι στὰ περίχωρα τῶν Ἀθηνῶν πρὸς τὸν Βοτανικό, ὑπάρχει μία μικρὴ ἐκκλησούλα πρὸς τιμὴν τοῦ Ἁγίου Νικολάου…
ἕνα Καλογεροπαίδι πῆγε εἰς ἔνδειξιν εὐχαριστίας νὰ προσκυνήση τὸν Ἅγιο, ποὺ τὸν θεράπευσε ἀπὸ μιὰ δυνατὴ γρίππη…
Διηγήθηκε κάποιος από τους πατέρες για έναν επίσκοπο ο οποίος άφησε την επισκοπή του και πήγε στη Θεούπολη και δούλευε βοηθώντας τους κτίστες.
Εκείνο τον καιρό ήταν κόμης της Ανατολής ο Εφραίμιος, άνδρας ελεήμων και πονόψυχος. Γι’ αυτό και ανοικοδομούνταν τα δημόσια κτίρια, επειδή είχε πέσει όλη η πόλη από το σεισμό.
Μια νύχτα λοιπόν βλέπει ο Εφραίμιος στον ύπνο του τον επίσκοπο να κοιμάται κι ένα στύλο πύρινο να κατεβαίνει πάνω του από τον ουρανό. Το είδε αυτό όχι μια και δυό, αλλά πολλές φορές κι έμεινε έκθαμβος.
(Ἀπό τό «Λειμωνάριον» τοῦ Ἰ. Μόσχου, κεφ. 114)
Ἡ θύρα τοῦ καπηλειοῦ ἄνοιξε μέ φόρα κι ὁ νέος πού μπῆκε ἔτρεξε τρέμοντας ἀπό τή συγκίνησή του πρῶτα στόν κάπελα κι ἔπειτα σέ μιά παρέα πού βρισκόταν γύρω ἀπό ἕνα τραπέζι κι ἔπιναν κρασί.
«Γέννησε ἡ γυναίκα μου, φίλοι μου, γέννησε», φώναξε μέ σπασμένη φωνή, «ἔκανε ἀγόρι, ἔγινα πατέρας!
Κάπελα, δῶσε κρασί σέ ὅλους τούς φίλους μου, ἀλλά καί σ’ ὅλους ὅσοι βρίσκονται τώρα ἐδῶ. Δικό μου τό κέρασμα. Τέτοια χαρά δέν ἔχω ξαναζήσει στή ζωή μου!»
Μιλοῦσε μέ πιασμένη τήν ἀναπνοή, ἐνῶ τά μάτια του ἔλαμπαν, προσπαθώντας πρῶτος αὐτός νά χωνέψει τό γεγονός.
Μόσχου Ιωάννου, «Λειμωνάριον»
Δέκα μίλια από την πόλη Αιγαιές της Κιλικίας, στο χωριό Μάρδαρδος, κατοικούσε ένας γέροντας λευίτης, φημισμένος για την αρετή του.
Κάποτε όμως οι χωρικοί πήγαν και παραπονέθηκαν στον επίσκοπο Αιγαιών λέγοντας:
Πάρε αυτόν τον ιερέα από το χωριό μας, γιατί μας στενοχωρεί. Κάθε Κυριακή τελεί τη θεία λειτουργία στις 3 το απόγευμα και δεν τηρεί την καθιερωμένη τάξη.
Καλεί αμέσως ο επίσκοπος τον εφημέριο και του λέει ιδιαιτέρως:
Πρόσφατα σχόλια