You are currently browsing the tag archive for the ‘καλοκαίρι’ tag.
(ἤ, τοῦ θέρους οἱ ἀλησμόνητες μέρες)
π. Κων. Ν. Καλλιανός
Ἀπὸ τὰ μικρά μας τὰ χρόνια, τὰ χρόνια τὰ παιδικά, φέγγει μέσα στὴν ψυχὴ ἡ θάλασσα ποὺ πρωτογνώρισα, ὅταν γιὰ πρώτη φορὰ μὲ ἀγκάλιασε, ὡς ἄλλη μάνα, καὶ κάθε καλοκαίρι μοῦ χάριζε στιγμὲς εὐλογίας καὶ ἀνείπωτης ὁμορφιᾶς.
Να’βαζα μια φωτιά Ιούλη μήνα
τη θλίψη του κόσμου στάχτη να κάνω…
Ιούλη μήνα τα παιδιά, μόλις έπαιρνε να σουρουπώνει, έτρεχαν σέρνοντας τα λιγνά ξυπόλητα ποδαράκια τους στον κουρνιαχτό.
Όποιος δεν έσυρε τα γυμνά του πόδια σ εκείνο τον κουρνιαχτό, δεν ξέρει από τρυφερότητα, δεν έχει ιδέα από ευαισθησία κι απαλότητα.
Τελείωναν τα σχολεία και η αγωνία στην αυλή αν πέρασες την τάξη. Δεν είχε και μεγάλη σημασία ο βαθμός.
«…το χαρτί να πάρεις γιατί χωρίς αυτό σε βλέπω με κασελάκι στην Ομόνοια…» Συνηθισμένη ατάκα…
Ένας ταβλάς δηλαδή σαν μεγάλος δίσκος σερβιρίσματος με ένα λουρί που περνούσε στον λαιμό.
Μπούτιβας Κώστας – Καστρινός
Κάθομαι στο μπαλκόνι καταμεσήμερο… τούτη την ώρα γυρίζει ο ήλιος, και πιάνει να δροσίζει λίγο από δω, χωμένος ανάμεσα στη τέντα απολαμβάνω τη μεσημεριάτικη ψιλοσιωπή…
Μάλλον γερνάω επικίνδυνα, κάποτε αυτή η σιωπή ήτανε ο χειρότερος καλοκαιρινός μου εφιάλτης. Τότε που τα καλοκαίρια ξυπνάγαμε το πρωί, και βγαίναμε στο δρόμο, να παίξουμε λιγάκι, να κλωτσήσουμε λίγο τη μπάλα, να προλάβουμε να ζήσουμε λιγάκι σαν παιδιά,
του Κώστα Μπούτιβα
«Έλα το παγωτοοοοοό».Τη φωνή αυτή την πρωτοάκουσα έξω απ’ το γυμνάσιο το «Παπαστράτειο» πάνω στο πάρκο τέλη δεκαετίας του 60, που δίναμε εξετάσεις τότε παιδαρούδια του δημοτικού, για να μπούμε στο γυμνάσιο.
Κι από τότε έγινε μια από τις πιο αγαπημένες καλοκαιρινές φωνές των παιδικών μας χρόνων. Ήτανε ο πλανόδιος παγωτατζής που τα καλοκαιρινά τα μεσημέρια καβάλα στο τρίκυκλό του τριγυρνούσε στις πιάτσες φωνάζοντας την πραμάτεια του: «Έλα το παγωτοοοοοό».
Ζέστη…τι να σου κάνει το λάστιχο της αυλής που έβρεχες πόδια και κεφάλι αλλά και έπινες και νερό.
Έξω στον χωματόδρομο λοιπόν την ώρα που περνούσε η καταβρεχτήρα του Δήμου και κατάβρεχε.
Από κοντά και η παρέα χοροπήδαγε προκειμένου να δροσιστεί ενώ ο οδηγός φώναζε να μην πηγαίνουμε κοντά.
Τὸ ἑλληνικὸ καλοκαίρι εἶναι πραγματικότητα. Δὲν εἶναι ὅμως καιρὸς σπατάλης δυνάμεων, μὲ ξέφρενες κι ἀλλόκοτες διασκεδάσεις.
Εἶναι καιρὸς περισυλλογῆς, ἄνοιγμα τῆς καρδιὰς νὰ δεχτεῖ φωτισμένα πρωϊνά, ἥρεμα καί πασπαλισμένα μὲ ἡλιαχτίδες μεσημέρια, θεϊκὰ ἀπόβραδα καὶ στολισμένες μὲ μυριάδες ἀστέρια καθαρὲς νύχτες.
Τὸ καλοκαίρι
῏Ηρθες, ἦρθες, καλοκαίρι,
κι ὁ Θεὸς πολλὰ
μὲ τὸ ἅγιο του τὸ χέρι
σκόρπισε καλά.
Στὶς μυρτιὲς κρυμμέν’ ἀηδόνια
τραγουδοῦν γλυκὰ
καὶ πετοῦν τὰ χελιδόνια
μ’ ἐλαφρὰ φτερά.
Κωστῆς Παλαμᾶς
Ὁ κόσμος λάμπει τὴν ὥρα τούτη
σὰν ἕνα ἀστέρι σκορπᾷ ἕνα χέρι.
Βουνὰ καὶ κάμποι, χάδια καὶ πλούτη
δένδρα, νερὰ κι ἡ γῆ φορᾷ
γιορτάζουν πάλι, σὰ μιὰ πορφύρα.
καθὼς προβάλλει Ζωῆς πλημμύρα
τὸ καλοκαίρι, τὸ καλοκαίρι,
Θεοῦ χαρά!, Θεοῦ χαρά!
Πρόσφατα σχόλια