You are currently browsing the tag archive for the ‘ΕΥΑΓΓ. Π. ΦΩΤΙΑΔΟΥ – ΗΛΙΑ Π. ΜΗΝΙΑΤΗ Γ. ΜΕΓΑ – Δ. ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΟΥ Θ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΥ’ tag.
Γεράσιμος Μαρκορᾶς «Ποιητικὰ Ἔργα»
Τὸ φθινόπωρο
Τόπο! Τόπο! Μ’ ἄλλα δῶρα
τὸ φθινόπωρο προβαίνει.
Ρίχτε σεῖς τὰ φύλλα τώρα,
καθὼς πάντα, στοὺς ἀγρούς.
Ὁ Τρύγος
Καλῶς μᾶς ἦλθες, Αὔγουστε,
μὲ τὰ γλυκά σου δῶρα.
Τοῦ Τρυγητοῦ ἡ ὥρα
μᾶς κράζει ἡ χαρά!
Γεράσιμος Μαρκορᾶς
Tὸ καλοκαίρι
Πῶς τολμᾷς καὶ τέτοια μέρα ξάφνου σὺ πετιέσαι ἐμπρός μου;
Εἰς τὴν γῆ καὶ στὸν αἰθέρα βασιλεύω τώρα ἐγώ.
Εἶμαι, ναί, τὸ καλοκαίρι, ὁπού, στόλισμα τοῦ κόσμου,
μ’ ἕνα βλέμμα ὅλα τὰ μέρη ἀπὸ λάμψι πλημμυρῶ.
Σπυρίδων Τρικούπης «Λόγοι αὐτοσχέδιοι»
Πολλὲς φορὲς συλλογίζομαι καλὰ – καλὰ ὅσα τεράστια ἡ θεία παντοδυναμία Τόυ κάνει γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ λαοῦ τῆς ῾Ελλάδος.
Καὶ ὅταν εἶμαι βυθισμένος στὶς σκέψεις αὐτές, φέρω τὸν νοῦν μου στὴν ἀξιομνημόνευτη ἐκείνην ἐποχὴ τῆς ἐλευθερώσεως τῶν Ἰουδαίων ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Φαραώ. Καὶ βρίσκω κάποια ὁμοιότητα στὶς τύχες τῶν δύο λαῶν.
Ἀκούει ὁ Θεὸς τὴν κραυγὴ τῶν υἱῶν τοῦ Ἰσραήλ, βλέπει τὴν θλῖψι καὶ τὴν δυστυχία του, συμπαθεῖ στὰ δεινά τους καὶ ἐκλέγει ἕνα ποιμένα προβάτων, γιὰ νὰ τοὺς ἐλευθερώση ἀπὸ τὴν γῆν τῆς Αἰγύπτου.
Ἔχω τόσα νὰ γράψω! ἔγραφε ἕνας πολεμιστὴς καὶ δημοσιογράφος τὸ 1913.
Ἀλλὰ τὴν ἡμέρα νικοῦμε τὴ νύκτα παίρνομε δυνάμεις γιὰ νέους ἀγῶνες.
Καὶ τώρα, ἂν καὶ εἶμαι ἀπέναντι ἀπὸ τὸν ἐχθρό, ποὺ θὰ τὸν τσακίσωμε αὔριο, κλέβω λίγες στιγμὲς γιὰ νὰ σᾶς γράψω δυὸ λόγια.
Τὶ νὰ σᾶς πῶ! Ὅ,τι καὶ ἂν σᾶς πῶ, δὲν μπορεῖτε νὰ φαντασθῆτε τὶ γίνεται ἐδῶ.
Ὁ πεῦκος φουντωτὸς ἐκαμάρωνε στὴν πόρτα ἀπέξω τοῦ περιβολιοῦ.
Μιὰ μέρα εἶδε μὲς ἀπὸ τὸν φράκτη νὰ προβαίνῃ μιὰ κοντὴ ροδιά. Ποιός τὴν ἔφερε κεῖ πέρα, κανεὶς δὲν ξέρει μήτε κι ὁ πεῦκος, ποὺ ἐφύλαγε τὴν πόρτα.
Καθὼς τὴν εἶδε ὁ πεῦκος τὴν ροδιὰ κοντὴ ἔτσι μὲ τὰ πτωχὰ τὰ φυλλαράκια της, τὴν ἐπεριφρόνησε· δὲν ἐκαταδέχθηκε νὰ τὴν προσέξῃ.
᾽Επύκνωνε αὐτὸς τὰ ἀμέτρητα τὰ φύλλα του, γιατὶ ἦταν ἄνοιξι.
Ἀνυπόμονος ἐβιαζόταν νὰ φουντωθῆ πιὸ πολὺ ἀκόμη καὶ νὰ καμαρώσῃ. Τὴν κοντούλα τὴν ροδιὰ δὲν τὴν ἔβλεπε καθόλου.
᾽Μιὰν αὐγὴ ὅμως ἡ ροδιὰ εὑρέθηκε ἀνθισμένη στὰ κόκκινα, στὰ φλόγινα ντυμένη. Ἡ φορεσιά της ἐθάμπωσε τὸν πεῦκο.
Τὴν παραμονὴ τῆς καταλήψεως τῆς Θεσσαλονίκης, σὲ μιὰ στιγμὴ ἀναπαύσεως, ἕνας στρατιώτης ἦταν ξαπλωμένος μακάρια ἐπάνω στὸ χῶμα.
Ἔξαφνα τοῦ ἐφώναξαν οἱ ἄλλοι:
– Συνάδελφε, σήκω ἀπὸ χάμω. Ὁ ἀρχιστράτηγος ἔρχεται.
Ὁ Διάδοχος!
Ὁ στρατιώτης ἐφαντάσθηκε πὼς τὸν ἐγελοῦσαν καὶ ἀνταποδίδοντας τὰ ἀστεῖα, ὅπως ἐνόμιζε, εἶπε:
– Καὶ πότε θὰ φθάσωμε, Ὑψηλότατε, στὴν Θεσσαλονίκη;

Ζωγραφική αναπαράσταση της μάχης του Σαρανταπόρου. Οι Έλληνες τρέχοντας επιτίθενται στους Τούρκους που οπισθοχωρούν, έχοντας εγκαταλείψει ένα πυροβόλο τους. Οι Τούρκοι νεκροί, με τα κόκκινα φέσια, είναι περισσότεροι από τους Έλληνες νεκρούς.
.
Στὴν μάχη τοῦ Σαρανταπόρου, τὸ 1912, ἕνας γενναίος ἀνθυπολοχαγός, ἐπικεφαλῆς τῶν στρατιωτῶν του, ἐπληγώθηκε ξαφνικὰ ἀπὸ σφαῖρα ἐχθρικὴ καὶ ἔπεσε.
Οἱ στρατιῶτές του, ποὺ ἦταν παρέκει, ἔτρεξαν ἀμέσως νὰ τὸν βοηθήσουν.
Ὁ ἀνθυπολοχαγὸς ὅμως ἀρνήθηκε ἐπίμονα.
– Ἐμένα, εἶπε, θὰ μὲ πάρουν οἱ νοσοκόμοι.
᾽Εσεῖς προχωρεῖτε.
Καὶ πρόσθεσε μὲ τόνο διαταγῆς..
Ἀπὸ τὴν συλλογὴν παροιμιῶν Ν. Πολίτου
Ἀγαθοεργίαι .
Κάμε καλὸ κι ἂς κοίτεται.
Κάμε τὸ καλὸ καὶ ρίξ’ το στὸ γιαλό.
.
Ἀδικία .
Ἀδικίας σπυρὶ σπαρμένο, κι ἂν φυτρώσῃ, δὲν σταχυάζει.
Ἀδικομαζωμένα, ἀδικοσκορπισμένα.
Ἀνεμομαζώματα, ἀνεμοσκορπίσματα.
Ἡ ἁμαξοστοιχία ἀνέλαβε τὸν μέγαν ἆθλον νὰ μᾶς μεταφέρῃ ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκην εἰς τὸν σταθμὸν τῆς Γουμενίτσης, τελευταῖον ὅριον τοῦ Μακεδονικοῦ μετώπου. Ἡ ἁμαξοστοιχία αὕτη ἐδικαιολόγει κατὰ τοῦτο μόνον τὴν ὀνομασίαν της, ὅτι ἐχρησιμοποίει ὡς κινητήριον δύναμιν τὸν ἀτμὸν καὶ ὅτι ἐκυλίετο ἐπὶ σιδηροτροχιῶν.
Κατὰ τὰ ἄλλα ἦτο μία κιβωτός, ὅπου ἄνθρωποι, κτήνη, τηλεβόλα, μυδραλλιοβόλα, πυρομαχικά, χειρουργεῖα, φορεῖα ἐσχημάτιζον ὁλόκληοον πολεμικὸν μέτωπον. Ὠχρὰ καί ἀμφίβολα ἐφαίνοντο τὰ πρῶτα ἄστρα εἰς τὸν οὐρανόν, ὅταν ἐγκατελείψαμεν τὴν Θεσσαλονίκην.
Πρόσφατα σχόλια