You are currently browsing the tag archive for the ‘ΕΝΩΜΕΝΗ ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ’ tag.
της Αλεξάνδρας Μπαΐρα Φιλολόγου
Φιλικός και αγωνιστής του 1821, πρωτεργάτης της εξέγερσης στη Χαλκιδική, ο Εμμανουήλ Παπάς υπήρξε μία από τις αγνότερες μορφές του Αγώνα για την Ανεξαρτησία. Γεννήθηκε στη Δοβίτσα Σερρών (σημερινό Εμμανουήλ Παπάς) το 1772.
Γιος κληρικού, ανέπτυξε, παρά τις περιορισμένες γραμματικές του γνώσεις, μεγάλη εμπορική δραστηριότητα στις Σέρρες και αναδείχθηκε σε μεγαλέμπορο και τραπεζίτη, με καταστήματα στην Κωνσταντινούπολη και τη Βιέννη.
Απέκτησε μεγάλη περιουσία, έγινε δανειστής των Τούρκων αγάδων και μπέηδων της περιοχής ασκώντας μεγάλη επιρροή επάνω τους, κυρίως στον πανίσχυρο τοπάρχη Ισμαήλ μπέη.
Γέροντος Δωροθέου, ἱερομονάχου
Κανείς δέν δικαιοῦται νά λέει ἐμένα κανείς δέν μ’ ἀγαπᾶ. Ἀκόμη κι ἄν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι σέ προδώσουν ὁ Χριστός σ’ ἀγαπᾶ. Ἀκόμη κι ὅταν ἐσύ ὁ ἴδιος σιχαίνεσαι τόν ἑαυτό σου,ὁ Χριστός σ’ ἀγαπᾶ.
Δέν μπορεῖ νά κάνει ἀλλοιῶς, ἀφοῦ εἶναι ἀγάπη. Ζητάει μόνο νά τόν δεχθεῖς. Τόν διώχνεις καί δέν φεύγει. Τόν κλείνεις ἔξω ἀπό τήν πόρτα κι ὅταν μετά ἀπό ὦρες ξανανοίγεις εἶναι ἐκεῖ καί σέ περιμένει.
Κατά τόν Ἅγιο Ἰωάννη Χρυσόστομο: “Ἐγώ πατήρ, ἐγώ ἀδελφός, έγώ νυμφίος, ἐγώ οικία, ἐγώ τροφεύς, ἐγώ ρίζα, ἐγώ θεμέλιος. Πᾶν ὅπερ ἄν θέλης ἐγώ. Μηδενός ἐν χρεία καταστής. Ἐγώ καί δουλεύσω.
Γράφει ο Θεολόγος-Εκκλησιαστικός Ιστορικός-Νομικός κ. Ιωάννης Ελ. Σιδηράς
* Από το μαρτυρικό Φανάρι και την Θεοτοκοφρούρητη Πόλη στην όλη πλάση
Ο Ακάθιστος Ύμνος αποτελεί μοναδικό θεόπνευστο και θεσπέσιο αριστούργημα της παγκοσμίου υμνογραφίας και εκκλησιαστικής γραμματείας. Είναι δε ίσως ο δημοφιλέστερος ύμνος της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας.
Η ακολουθία αυτή ψάλλεται στους ιερούς ναούς κατά τις πέντε εβδομάδες της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής και συγκεκριμένα κατά τις πέντε Παρασκευές αυτής, που ονομάζονται «Παρασκευές των Χαιρετισμών».
Γράφει ο θεολόγος – Εκκλησιαστικός ιστορικός – Νομικός κ. Ιωάννης Ελ. Σιδηράς
* Μνείαν ποιούμεθα των κατά την 27η Δεκεμβρίου του σωτηρίου έτους 537 μ.Χ. σεπτών εγκαινίων του Ιερού Ναού της Του Θεού Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως ως έργου θαυμαστού και μεγάλου του θεοστέπτου και φιλοχρίστου αυτοκράτορος Ιουστινιανού Α΄ του Μεγάλου
* Το αιώνιο και αθάνατο σύμβολο της Ορθοδοξίας, της Ρωμιοσύνης και του Παγκόσμιου Πολιτισμού που επί αιώνες καθεύδει τον «νήδυμον ύπνον» και λαλεί «εν σιωπή» τα μεγαλεία του Θεού.
κείμενο του Δεσποτίδη Μάρκου Μαθητῆ Λυκείου
Ἡ Ἱερὰ Μονὴ τῆς Παναγίας τῆς Χοζοβιώτισσας βρίσκεται στην Ἀμοργό, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τὸ ἀνατολικότερο νησὶ τῶν Κυκλάδων, κτισμένη κυριολεκτικὰ πάνω στὰ ἀπόκρημνα βράχια της ἀνατολικῆς ἀκτῆς.
Τὸ μοναστήρι ἀπέχει λιγότερο ἀπὸ πέντε χιλιόμετρα ἀπὸ τὴν πρωτεύουσα τῆς Ἀμοργοῦ, τὴ Χώρα. Γιὰ τὴν προσπέλαση βέβαια τῆς μονῆς, ὁ προσκυνητὴς πρέπει στὴ συνέχεια νὰ ἀνέβει τὰ περίπου διακόσια σκαλιὰ ποὺ συνδέουν τὴν εἴσοδο τῆς μονῆς μὲ τὸ τέρμα τοῦ αὐτοκινητοδρόμου.
Ὅσον ἀφορᾶ στὸν τόπο προέλευσης καὶ στὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο προσέγγισε τὸ νησὶ τῆς Ἀμοργοῦ ἡ Ἱερὰ Εἰκόνα τῆς Παναγίας, ὑπάρχουν δύο ἐκδοχές. Σύμφωνα μὲ τὴν πρώτη, ἡ Ἱερὰ Εἰκόνα ἔφτασε μόνη της θαυματουργικὰ ἐντὸς λέμβου στὸν ὅρμο τῆς Ἁγίας Ἄννας, ὁ ὁποῖος βρίσκεται πλησίον τοῦ μοναστηριοῦ.
.
Ἕνας ἀδελφὸς ρώτησε κάποιον γέροντα:
«Ἂν συμβεῖ, ἀπὸ ἐνέργεια τοῦ διαβόλου, νὰ πέσει κάποιος σὲ πειρασμό, δηλαδὴ σὲ πορνεία, τί θὰ γίνει μὲ ἐκείνους πού θὰ σκανδαλιστοῦν ἀπὸ αὐτό;»
Καὶ ὁ γέροντας τοῦ διηγήθηκε:
«Σὲ ἕνα κοινόβιο τῆς Αἰγύπτου ἦταν κάποιος διάκονος ὀνομαστός. Κάποιος ἀπὸ τὴν πόλη, ποὺ τὸν κατέτρεχε ὁ ἄρχοντας, κατέφυγε μὲ ὅλη του τὴν οἰκογένεια στὸ κοινόβιο.
Καὶ μὲ ἐνέργεια τοῦ διαβόλου ὁ διάκονος ἔπεσε μὲ μία ἀπὸ τὶς γυναῖκες ποὺ εἶχαν ἔρθει μαζὶ μὲ τὸν πολίτη.
Ὅταν τὸ πράγμα φανερώθηκε, ὅλοι καταντροπιάστηκαν.
Ὁ διάκονος τότε κατέφυγε σὲ κάποιον ἀγαπητὸ του γέροντα καὶ τοῦ εἶπε τὸ γεγονός.
Ὁ γέροντας εἶχε στὸ βάθος τοῦ κελιοῦ του κάτι σὰν κρύπτη, ποὺ τὴν ἤξερε καὶ ὁ διάκονος καὶ παρακάλεσε τὸν γέροντα νὰ τὸν ἀφήσει νὰ μπεῖ ἐκεῖ καὶ νὰ ταφεῖ κυριολεκτικὰ ζωντανός, χωρὶς νὰ τὸ ξέρει κανεὶς ἄλλος πέρα ἀπὸ τὸν γέροντα.
Καὶ ἐκεῖνος συμφώνησε.
Μπῆκε λοιπὸν ὁ διάκονος μέσα σὲ ἐκεῖνο τὸ σκοτάδι καὶ ἔδειξε στὸν Θεὸ ἀληθινὴ μετάνοια, πενθώντας ἀδιάκοπα γιὰ τὴν ἁμαρτία του, καὶ δὲν ἔτρωγε τίποτε ἄλλο, παρὰ μόνο ψωμὶ καὶ νερὸ ποὺ τοῦ ἔδινε πότε πότε ὁ γέροντας.
Ἀμαλίας Δημητροπούλου,Θεολόγου,
ἀπὸ τὸ χωριὸ Τουρκολέκα Μεγαλοπόλεως
Γεννήθηκε τὸ 1782 στὸ χωριὸ Τουρκολέκα Μεγαλουπόλεως, στὴν Ἀρκαδία, καὶ ἦταν γιὸς – τὸ τέταρτο παιδὶ – τοῦ κλέφτη Σταματέλου Τουρκολέκα καὶ τῆς Σοφίας Καρούτσου, ἀδελφῆς τῆς γυναίκας τοῦ Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.
Ὁ Νικηταρᾶς, λοιπόν, ἦταν ἀνιψιὸς τοῦ Γέρου τοῦ Μοριᾶ. Κατὰ μία ἄλλη ἐκδοχή, γεννήθηκε τὸ 1784, στὸ χωριὸ Νέδουσα (Μεγάλη Ἀναστάσοβα) Μεσσηνίας.
Τὰ παιδικά του χρόνια τὰ ἔζησε στὸ Τουρκολέκα. Ἑντεκάχρονος, βγῆκε στὸ ἀρματολίκι ἀκολουθώντας τὸν πατέρα του, κοντὰ ἤδη στὰ ἀδέλφια του Νικόλα καὶ Γιάννη.
Ἀργότερα, ἐντάχθηκε στὸ «μπουλούκι» τοῦ περίφημου κλέφτη Ζαχαριᾶ Μπαρμπιτσιώνη.
Παντρεύτηκε τὴν κόρη τοῦ Ζαχαριᾶ,τὴν Ἀγγελίνα, μὲ τὴν ὁποία ἀπέκτησαν τρία παιδιά.
του Ἰωάννη Μέμου, μαθητῆ Γ΄Λυκείου, Κόνιτσα
.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης καταγόταν ἀπὸ τὴν Κόνιτσα καὶ ἦταν Τοῦρκος Μουσουλμάνος.
Γιός «σέχη», δηλαδὴ γιὸς ἡγουμένου ἰσλαμικοῦ τάγματος τῶν δερβίσιδων, εἶχε γαλουχηθεῖ στὸ ἰσλὰμ καὶ εἶχε γίνει καὶ δερβίσης.
Σὲ ἡλικία εἴκοσι ἐτῶν βρέθηκε στὰ Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ἐκ Κονίτσης Ἰωάννινα καὶ ἔπειτα στὸ Βραχώρι (Ἀγρίνιο).
Ἐκεῖ ἄρχισε νὰ ἐκδηλώνεται ὁ κρυφός του πόθος νὰ γίνει Χριστιανός, ὅμως ἔβρισκε ἐμπόδιο τὸν τουρκικὸ νόμο ὁ ὁποῖος ἐπέβαλε στοὺς κληρικοὺς τὴν ποινὴ τοῦ ἀποκεφαλισμοῦ,ἂν τολμοῦσαν νὰ βαπτίσουν κάποιον μουσουλμάνο.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης κατευθύνθηκε στὴν Ἰθάκη. Ἐκεῖ βαπτίστηκε καὶ κατηχήθηκε, γιατί τὰ Ἑπτάνησα τότε ἦταν ὑπὸ τὴν κατοχὴ τῶν Ἄγγλων.
Ὁ ἃγιος Κοσμᾶς λέγεται ὅτι εἶναι ὁ μεγαλύτερος μετὰ τὴν ἅλωση Ἕλληνας καὶ πατέρας τοῦ νεοελληνικοῦ Ἔθνους, γιατὶ θυσιάστηκε γι’αὐτό.
Γεννήθηκε τὸ 1714 στὴν ἐπαρχία Ἀποκούρου τῆς Αἰτωλίας.
Ἀπὸ παιδὶ πονοῦσε ἡ ψυχή του γιὰ τὴ δουλεία τῶν ραγιάδων.
Ἔβλεπε ὅτι οὔτε δάσκαλος, οὔτε παπὰς ὑπῆρχε στὸ χωριὸ γιὰ νὰ τοὺς βαφτίσει χριστιανοὺς καὶ νὰ τοὺς διδάξει τὴν ἑλληνικὴ γλώσσα καὶ ἔτσι νὰ μάθουν γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν πατρίδα τους τὴν Ἑλλάδα. Τὰ πρῶτα γράμματα τὰ ἔμαθε μακριὰ ἀπὸ τὸ χωριό του σὲ διάφορα μέρη τῆς Ναυπακτίας.
Ἐπιθυμώντας νὰ λάβει ἀνώτερη παιδεία κατέφυγε στὴν Ἀθωνιάδα σχολὴ γύρω στὸ 1750. Τὸ 1759 ἔγινε μοναχὸς καὶ τότε ἔλαβε τὸ μοναχικὸ ὄνομα Κοσμᾶς ἀπὸ τὸ κοσμικό του Κώνστας.
Ποῦ νὰ στρέψεις τὸ βλέμμα σου σὲ τοῦτο τὸν τόπο καὶ νὰ μὴν ἀναπαύεις τὴν ψυχὴ σου;
Σὰν ἄλλο ἀγρίμι, ὅσο καὶ νὰ τὸν γυρίσεις, ὅσο καὶ νὰ τὸν ψηλαφίσεις δὲν μπορεῖς νὰ τὸν τιθασεύσεις·ὅπως καὶ τοὺς ἀνθρώπους του. Ἄγριος καὶ ἀπρόσμενος σοῦ φυλάει ἐκπλήξεις καὶ ταυτόχρονα πάντα ἔχει ἕνα ἀπάγγειο ποὺ μπορεῖς νὰ σταθεῖς καὶ νὰ ξαποστάσεις.
Ἕνα μέρος ποὺ ὁ ἥλιος θὰ καταφέρει νὰ διαπεράσει τὰ βράχια καὶ νὰ ζεστάνει μὲ τὶς ἀκτίνες του κάθε κρυφὴ καὶ ἀπόκρημνη γωνιά. Δὲν εἶναι ὅμως μόνο ἡ φυσικὴ ὀμορφιὰ μὲ τὴν ὁποία εἶναι προικισμένος ὁ τόπος τοῦτος.
Τὰ φυσικὰ στοιχεῖα δὲν εἶναι ἀρκετὰ γιὰ νὰ χαριτώσουν ἕναν τόπο καὶ νὰ τὸν κάνουν τόσο προσιτὸ καὶ ἀπρόσμενο συγχρόνως.
Ποιὰ γωνία αὐτοῦ τοῦ τόπου, τῆς Ἑλλάδας, δὲν καταμαρτυρεῖ αὐτὴν τὴ βαθειὰ πίστη στὸν Θεό;
Πρόσφατα σχόλια