You are currently browsing the tag archive for the ‘Α. ΤΑΜΠΑΚΟΠΟΥΛΟΥ’ tag.
Διονύσιος Σολωμός
Πρωτομαγιά
Τοῦ Μαγιοῦ ροδοφαίνεται η μέρα,
ποὺ ὡραιότερη ἡ φύση ξυπνάει,
καὶ τὴν κάνουν λαμπρὰ καὶ γελάει
πρασινάδες, ἀχτίνες, νερά.
– Ἅγιος Βασίλης ἔρχεται ἀπὸ τὴν Καισαρεία…
῞Ολη ἡ Γειτονιὰ ἀντηχοῦσε ἀπ’ τὰ χαρμόσυνα κάλαντα, ποὺ τραγουδοῦσαν τὰ παιδάκια τὴν παραμονὴ τῆς πρωτοχρονιᾶς.
Καὶ τὸ βράδυ, μαζεμένη γύρω στὸ τζάκι ἡ οἱκογένεια τοῦ παπα – Θύμιου, καμάρωνε τὰ δῶρα, ποὺ χάρισε ὁ ἕνας στὸν ἄλλο, καὶ περίμενε τὴν ὥρα τῆς βασιλόπιτας.
῾Ο Γιῶργος, μαθητὴς τῆς πέμπτης τοῦ δημοτικοῦ σχολείου, ἐπάνω κάτω ἕντεκα χρονῶ, κρατοῦσε στὰ χέρια του ἕνα χρυσοδεμένο βιβλίο καὶ τὸ στριφογύριζε ἀπ’ ὅλες τὶς μεριὲς καὶ ξεφύλλιζε τὶς εἰκόνες του.
– Ἅγιος Βασίλης ἔρχεται ἀπὸ τὴν Καισαρεία…
῞Ολη ἡ Γειτονιὰ ἀντηχοῦσε ἀπ’ τὰ χαρμόσυνα κάλαντα, ποὺ τραγουδοῦσαν τὰ παιδάκια τὴν παραμονὴ τῆς πρωτοχρονιᾶς.
Καὶ τὸ βράδυ, μαζεμένη γύρω στὸ τζάκι ἡ οἱκογένεια τοῦ παπα – Θύμιου, καμάρωνε τὰ δῶρα, ποὺ χάρισε ὁ ἕνας στὸν ἄλλο, καὶ περίμενε τὴν ὥρα τῆς βασιλόπιτας.
῾Ο Γιῶργος, μαθητὴς τῆς πέμπτης τοῦ δημοτικοῦ σχολείου, ἐπάνω κάτω ἕντεκα χρονῶ, κρατοῦσε στὰ χέρια του ἕνα χρυσοδεμένο βιβλίο καὶ τὸ στριφογύριζε ἀπ’ ὅλες τὶς μεριὲς καὶ ξεφύλλιζε τὶς εἰκόνες του.
Θυμοῦμαι συχνὰ τὶς φροντίδες τῆς μανούλας μου στὰ παιδικά μου χρόνια. Σὰν ἀπόκανα πιὰ στὰ παιχνίδια, μαζευόμουν στὸ σπίτι, ἀνέβαινα στὴν ψηλή μου καρέκλα, κοντὰ στὸ τραπέζι καὶ ξεκουραζόμουν. Ἀκίνητος, ἥσυχος,ἄκουα τὴ μελωδικὴ φωνὴ τῆς μάνας μου, τὴ φωνὴ τὴν ἀξέχαστη.
Σιγὰ σιγὰ ἀπὸ τὴν κούραση τὰ μάτια μου ἔκλειναν.
Γλιστροῦσα ἥσυχα-ἥσυχα στὸ πάτωμα, πήγαινα σὲ μιὰ πολυθρόνα καὶ ξαπλωνόμουν ἀναπαυτικά.
– Κοιμᾶσαι, μικρό μου; μοῦ ἔλεγε ἡ μητέρα μου. Πήγαινε, χρυσό μου, στὸ κρεβατάκι σου νὰ κοιμηθῆς.
Πρόσφατα σχόλια