You are currently browsing the tag archive for the ‘ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΟΝ’ tag.
Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς
Εάν πιστεύης εις τον Θεόν νομίζων ότι τα αισθητά και τα φυσικά αγαθά είναι τα μοναδικά αγαθά, τα οποία ο Θεός δίδει εις τον άνθρωπον, τότε πολύ ταπεινώς σκέπτεσαι περί του Θεού.
Όλα τα αισθητά και τα φυσικά αγαθά τελειώνουν με πίκραν. Ενώ ο Θεός δεν είναι ο κυνηγός, ο οποίος δια των ηδέων δελεάζει τα θηρία εις τον λάκκον.
Τα αισθητά και τα φυσικά αγαθά είναι τα δευτερεύοντα δώρα του Θεού. Τα πρωτεύοντα του Θεού, τα οποία ο Θεός δίδει ευθέως, είναι τα δώρα τα πνευματικά.
του Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς
Η γυνή και η μήτηρ
Η γυνή γηράσκει, η μήτηρ δεν γηράσκει.
Η γυνή ως γυνή μεταβάλλεται και γηράσκει· η μήτηρ ως μήτηρ δεν μεταβάλλεται και δεν γηράσκει.
Η γυνή παριστάνει την πτώσιν του ανθρώπου εις την φύσιν· η μήτηρ παριστάνει την ανάβασιν του ανθρώπου προς τον ουρανόν.
Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς
Πότε αναγκάζεται ο άνθρωπος να ενθυμείται τον Θεόν;
Και ο χειρότερος άνθρωπος τρις εις την ζωήν του αναγκάζεται να ενθυμηθή τον Θεόν:
– όταν βλέπη τον δίκαιον να βασανίζεται εξ αιτίας του
– όταν ο ίδιος βασανίζεται λόγω του πταίσματος των άλλων και
– όταν έλθη η ώρα του θανάτου του.
…ας πάρουμε έστω και αυτό το ασήμαντο πράγμα:
Πώς να συνδυαστεί η «δυτική οργάνωση», από τη μια πλευρά με τον υπολογισμό κάθε λεπτού του χρόνου, με τη σχολαστική τάξη σε όλες τις λεπτομέρειες της κοινωνικής ή της οικογενειακής ζωής, με τη δική μας αδυναμία να «κατανοήσουμε» ή να αισθανθούμε την έννοια του χρόνου;
Όταν ήμουν στον Άθωνα, με φοβερή δύναμη βίωνα τη λήθη αυτή του χρόνου.
Γέρων Φιλόθεος Φιλοθεΐτης
Μα, γιατί πλασθήκαμε; Δεν μας έπλασε ο Θεός, απλώς διότι θέλησε να δείξει ότι έχει τη δύναμη να φτιάξει ανθρώπους, δημιουργήματα.
Μας έφερε στο είναι, για να είμαστε όντα που θα νοιώθουν την ευτυχία Του και θα απολαμβάνουν τον εαυτόν Του.
Έπλασε μακάρια πλάσματα και δημιουργήματα, για να ευτυχούν.
τοῦ Φώτη Κόντογλου
Στ᾿ Ἅγιον Ὄρος πῆγα πολλὲς φορές. Τὴν πρώτη φορὰ κάθησα παραπάνω ἀπὸ δυὸ μῆνες κ᾿ ἔκανα γνωριμία μὲ πολλοὺς πατέρες καὶ λαϊκούς, γιατὶ ὑπάρχουνε ἐκεῖ πέρα καὶ ἀγωγιάτες ἀρβανῖτες, παραγυιοὶ καὶ γεμιτζῆδες ποὺ φορτώνουνε κερεστὲ (ξυλεία) στὰ καράβια.
Στὴ Δάφνη, ποὺ εἶναι ἡ σκάλα ποὺ πιάνουνε τὰ βαπόρια, βρισκόντανε καὶ κάτι ψαράδες κοσμικοί, κ᾿ ἐκεῖ γνωρίσθηκα μὲ τρεῖς Ἀϊβαλιῶτες καὶ περάσαμε πολὺ ἔμορφα. Ἀπὸ κεῖ πῆγα στὶς Καρυές, μὰ δὲν κάθησα πολύ, γιατὶ γύρευα θάλασσα.
Πῆγα στὸ μοναστήρι τῶν Ἰβήρων μαζὶ μὲ ἕνα γέροντα ποὺ πουλοῦσε βιβλία στὶς Καρυὲς καὶ ποὺ τὸν λέγανε Ἀβέρκιον Κομβολογᾶν.
Διήγηση Γέροντος:
«Βοηθοῦσα στὶς ἑτοιμασίες τῆς πανηγύρεως ἑνὸς Κελλιοῦ. Ὁ Γέροντας τοῦ Κελλιοῦ ποὺ ἦταν πολὺ ἐπιτήδειος καὶ γρήγορος, μοῦ ἔλεγε: “Κάνε γρήγορα, φέρε ἐκεῖνο, πήγαινε ἐκεῖ…”.
Ἐγὼ δὲν μποροῦσα νὰ ἀντέξω τόση βία, ἀλλὰ τὰ ἔκανα ὅλα μὲ ὑπακοή.
Ἐκείνη τὴν στιγμή, ποὺ ἔκανα ὅλον αὐτὸ τὸν ἀγώνα νὰ ἑτοιμάσουμε τράπεζα γιὰ σαράντα πατέρες –καὶ τὰ ἔκανα μὲ μεγάλη προθυμία–, μπῆκε ἡ εὐχὴ μέσα μου καὶ ἄρχισε νὰ λέη ἡ καρδιά μου μόνη της τὴν εὐχὴ χωρὶς προσπάθεια.
Ὤ, τί ἀγαλλίαση! Δὲν μπορῶ νὰ τὴν περιγράψω. Ἄρχισε ἡ καρδιά μου νὰ λέη τὴν εὐχὴ καὶ ἔβγαινε ἀπὸ τὸ στόμα μου οὐράνια εὐωδία.
(Kevork Bashinjaghian, Η μετάνοια του Ιούδα, 1913)
Ο Μυστικός Δείπνος
Καὶ λέει ὁ Ναζωραῖος στοὺς μαθητάδες:
«Τὸ αἰώνιο εἶμαι τὸ φῶς καὶ σεῖς λαμπάδες
Φῶς ἀπὸ φῶς, στὰ σκότη,
ἐσεῖς πιστοὶ ὁδηγοὶ καὶ οἱ πρῶτοι
καταλυτὲς τῶν γήινων θρήνων,
ποὺ θεῖο μήνυμα θὰ φέρετε παντοῦ,
κι ἀκόμα κι ὣς τὴ χώρα τῶν Ἑλλήνων.
Τοῦ δείπνου μας χαρῆτε ἀπόψε τὴ χαρά.
Καὶ τὴν καρδιὰ στυλώσετε γερὰ
μὲ τὸ ψωμὶ καὶ τὸ κρασί,
ποὺ αἷμα καὶ σῶμα εἶναι δικό μου,
μὴν ἀποστάσετε χλωμοὶ
μὲς τὴν ἀνηφοριὰ τοῦ δρόμου».
Ὁ παπα-Χαράλαμπος μὲ τὰ ἀσημένια μαλλιὰ καὶ γένεια καὶ τὸ σεβάσμιον πρόσωπον εἶχε τελέσει εὐλαβῶς τὴν λειτουργίαν τῶν Φώτων. Εἶχεν ἁγιάσει μὲ τὸν Σταυρὸν τὸ ὕδωρ καὶ μὲ αὐτὸ το ποίμνιόν του.
Ἡ λειτουργία εἶχε πλέον τελειώσει, ἀλλὰ τὸ ἔργον τοῦ ἀγαθοῦ ἱερέως δὲν εἶχεν ἀκόμη λήξει. ῎Επρεπε νὰ φέρῃ εἰς τέλος καὶ μίαν ἄλλην ἱερὰν συνήθειαν τοῦ τόπου: Νὰ ἁγιάσῃ τὰ νεοὰ καὶ τὰ κτήματα.
Μὲ τὸν Σταυρὸν καὶ τὸ βιβλίον τῶν εὐχῶν εἰς τὰς χεῖρας ἐξεκίνησε διὰ τὸν μικρὸν ποταμὸν τοῦ χωρίου· ἐκύλιε τὰ ἣσυχα νερά του ὄχι καὶ πολὺ μακρὰν ἀπὸ τὴν ἐκκλησίαν.
Πρόσφατα σχόλια