You are currently browsing the category archive for the ‘περιοδικό ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ’ category.
Γιάννης Τασούλας
Ὑπάρχει καί ἡ ἄποψη ὅτι στά μοναστήρια πηγαίνουν ὅσοι, ἄνδρες καί γυναῖκες, εἶναι ἀποτυχημένοι, ἀπογοητευμένοι, ἀνίκανοι καί ἐκεῖ περνοῦν νωχελικά τήν ζωή τους, χωρίς καμιά προσφορά στούς ἄλλους. Μεγάλο λάθος.
Τήν ἰσάγγελη ζωή τοῦ μοναχοῦ ἀκολουθοῦν οἱ λίγοι, οἱ ἐκλεκτοί, πού μέσα τους ἔχει ἀνάψει αὐτή τήν θεϊκή φλόγα τό Πνεῦμα τό Ἅγιον. Ζοῦν πάντοτε σέ πνευματική ἐγρήγορση.
Μερόπη Ν. Σπυροπούλου
Ὁμ. Καθηγήτρια Παν/μίου Ἀθηνῶν
Ὁ Αὔγουστος κόντευε νά τελειώσει. Οἱ μέρες ἦταν πιά μετρημένες γιά τήν ἀναχώρηση, καί οἱ προετοιμασίες ἀπαιτοῦσαν διάφορες δουλειές καί δραστηριότητες, πού -ἀσυνήθιστο γιά τίς ἀντοχές της- τῆς φαίνονταν, τώρα κουραστικές.
Συγχρόνως, καί τά συναισθήματά της, ἐκεῖ στό βάθος τῆς ψυχῆς της, εἶχαν ἀρχίσει, λές, νά πλέκουν ἕνα βαρύ καί μπερδεμένο κουβάρι.
π. Βαρνάβας Λαμπρόπουλος
Εἶναι γνωστή ἡ φιλοξενία τοῦ Προφήτη Ἠλία ἀπό μιά πάμπτωχη χήρα στά Σαρεπτά τῆς Σιδωνίας. Τή συνάντησε ὁ Προφήτης νά μαζεύει ξύλα καί τῆς ζήτησε λίγο ψωμί.
Ἐκείνη εἶχε μόνο λίγο ἀλεύρι καί λίγο λάδι. Καί ἴσα πού ἔφταναν, γιά νά φάει γιά τελευταία φορά αὐτή καί τά παιδιά της. Ὅμως, ἡ φτώχεια καί ὁ πόνος, τήν εἶχαν κάμει πονετική καί εὔσπλαγχνη.
Ὁ μήνας Ἰούνιος ζωντανεύει μέσα μας τήν εἰκόνα τοῦ θερισμοῦ. Εἶναι ὥριμος ὁ καρπός τοῦ σιταριοῦ καί ὁ γεωργός χαίρεται, γιατί ἦλθε ἡ ὥρα νά ἀπολαύσει τούς κόπους του.
Θυμᾶται τή σπορά, τούς κόπους του, τήν ἀβεβαιότητα γιά τόν σπόρο πού ἔθαψε στό χῶμα, τούς κινδύνους ἀπό τίς καιρικές συνθῆκες, καί ὄχι μόνο. Ἔσπειρε μέ τήν ἐλπίδα τῆς πλούσιας συγκομιδῆς.
Ὅτι ἀπέμεινε
Ἀρχιμ. Ἡρωδίων Ρίζος,
Ἱεροκήρυκας Ἱερᾶς Μητροπόλεως Φθιώτιδος
Ξημέρωνε Σάββατο τῆς 17ης Ἰουνίου τοῦ 1944, πρίν ἀπό ἀκριβῶς 78 χρόνια, ὅταν στήν ἱστορική καί ἀποπνέουσα πνεῦμα ἐλευθερίας πόλη τῆς Ὑπάτης, ὅπως κάθε ἄλλη μέρα οἱ κάτοικοι ξύπνησαν, γιά νά συνεχίσουν τή ζωή τους, νά κινηθοῦν μέσα στόν τόπο τους, νά κάμουν τίς δουλειές τους, ὅταν ξαφνικά ὁ ἀδίστακτος καί σιδηρόφρακτος Γερμανός κατακτητής εἰσέβαλε μέ βαρβαρότητα στήν πόλη, καί ἐκείνη τήν ἡμέρα ἡ πόλη καί οἱ ἄνθρωποι τῆς Ὑπάτης ἔμελλαν νά γράψουν μέ τό ἄλικο αἷμα τους στίς σελίδες τῆς ἱστορίας τή δική τους μαρτυρία.
Νίκος Θ. Ἀρβανίτης
Ἡ μέρα ξημέρωσε ζεστή. Ὁ οὐρανός ἦταν κατακάθαρος. Ὁ Ἀπριλιάτικος ἥλιος ἔλουζε στεριά καί θάλασσα. Οἱ ἀχτῖνες του λαμπύριζαν πάνω στίς πολύχρωμες σκηνές τοῦ Μπραΐμη.
Ἦταν ἕνα πρωϊνό τοῦ 1825. Ὁ Ἀπρίλιος μοσχοβολοῦσε καί βρισκόταν στήν τελευταία μέρα του. Ὁ Λεωνίδας, ἕνα σγουρόμαλλο ἄφοβο ἀγόρι, πού μόλις εἶχε πατήσει τά ἕνδεκα, τράβηξε στήν πάνω μεριά τῆς Μοθώνης, κατά τό βουνό.
Τοῦ κ. Κων/ντίνου Β. Χιώλου
Διδάκτορος Νομικῆς – Προέδρου Ἐθνικῆς Ἑνώσεως Βορείων Ἑλλήνων
Τό πρωΐ τῆς Τρίτης 29 Μαΐου 1453, ἤτοι πρίν ἀπό 568 ἔτη ἀπό σήμερα, «Ἑάλω ἡ Πόλις» καί τό Βυζάντιο εἶχε παύσει πλέον νά ὑπάρχει.
Ὅ,τι ἀπέμεινε ἐντός ὀλίγου περιῆλθε ὁλοκληρωτικῶς στούς Τούρκους, οἱ ὁποῖοι γενόμενοι κύριοι τῆς Πόλεως, ἄρχισαν τήν καταστροφή καί τήν λεηλασία αὐτῆς, καταστρέψαντες τελείως τό Μέγα Παλάτιον, πλήν τοῦ πλησίον αὐτοῦ εὑρισκομένου Ναοῦ τῆς Ἁγίας Σοφίας, τόν ὁποῖον, καθώς καί ὅλες τίς ἄλλες Ἐκκλησίες, μετέτρεψαν σέ Τζαμιά, ἐνῶ πολλοί τῶν κατοίκων ἐσφάγησαν ἤ ἐξανδραποδίσθηκαν.
Γ. Δ. Κούβελας
Σήμερα ὁ λόγος θά δοθεῖ σ’ ἕναν λαμπρό κληρικό, πολύτεκνο καί συγγραφέα, τόν πρωτοπρεσβύτερο π. Στέφανο Ἀναγνωστόπουλο. Σέ βιβλίο του διηγεῖται ἕνα πολύ χαρακτηριστικό περιστατικό ἀπό τήν ἱερατική του ζωή.
Γράφει λοιπόν:
«Πρίν ἀπό χρόνια, ὅταν ἤμουν ἐφημέριος στόν Ἱερό Ναό Ἁγίου Βασιλείου Πειραιῶς, μέ κάλεσαν νά ἐξομολογήσω ἐκτάκτως, κατόπιν δικῆς του ἐπιθυμίας, ἕνα νέο ἄνδρα, 42 ἐτῶν, τοῦ ὁποίου τό ὄνομα ἦταν Ξενοφών.
Σταυρούλα Μέντη
Μαθηματικός
Ἡ Ἁγία Σοφία ὑπῆρξε ἕνα ἀρχιτεκτονικό θαῦμα γιά τήν ἐποχή της. Κατασκευασμένη ἀπό τούς Μικρασιάτες μηχανικούς Ἀνθέμιο ἀπό τίς Τράλλεις (σημερινό Ἀϊδίνιο) καί Ἰσίδωρο ἀπό τή Μίλητο, ἐγκαινιάστηκε τό 537 μ.Χ. ἐπί βασιλείας τοῦ Ἰουστινιανοῦ Α΄.
Ἐντυπωσιάζει καί τόν σημερινό ἐπισκέπτη καί μελετητή της, τόσο μέ τή μεγαλοπρέπειά της, ὅσο καί μέ τήν ἀντοχή της στόν χρόνο.
Κλειώ-Σταυρούλα Κουράση
Πολλές φορές εἴμαστε ἀπρόθυμοι ν’ ἀτενίζουμε μακριά.
Ζῆσε τό σήμερα. Τό τώρα, καλύτερα. Εἶναι τό σύνθημα τῆς ἐποχῆς.
Χρειάζεται μιά χρυσῆ ἰσορροπία ἀνάμεσα στίς ὀνειροπολήσεις γιά μακρινούς ὁρίζοντες καί τό κυνῆγι τῆς στιγμῆς.
Πρόσφατα σχόλια