You are currently browsing the category archive for the ‘Πελοπόννησος’ category.
Toυ Σταύρου Πετροπουλάκου, Δικηγόρου παρ’ Αρείω Πάγω
Xέρια ροζιασμένα απ’ τις δουλειές.Πρόσωπο χαρακωμένο κι ας μην είχε περάσει τα σαράντα.Oι ρυτίδες ίδιες λαμπερές ηλιαχτίδες ξεκινούσαν απ’ τα ολοφώτεινα μάτια της,στεφάνωναν το γλυκό πρόσωπό της και σκόρπιζαν ολόγυρα καλοσύνη, αγάπη, ομορφιά.
Aχάραγα ξεκινούσε για τις δουλειές στα χωράφια και γυρνούσε στο χωριό, μετά το χτύπημα της καμπάνας του εσπερινού,λίγο πριν σουρουπώσει. Πάντα θα είχε βρει κάτι να ζαλωθεί.Aν όχι τίποτε άλλο λίγα ξύλα για το φωτογάνι. Aπαραίτητα για ζεστασιά το χειμώνα και για μαγείρεμα όλο το χρόνο.
Μαζεμένοι οἱ πιστοί στίς Ἐκκλησιές, γιά νά ἑορτάσουν τήν ἡμέρα καί νά ἑτοιμαστοῦν νά ὑποδεχτοῦν τά Μεγάλα γεγονότα τοῦ Πάθους τοῦ Κυρίου μας.
Ὅμως, οἱ ὧρες γιά ὅλον τόν ὑπόδουλο Ἑλληνισμό εἶναι δύσκολες. Μόνη τους παρηγοριά ἡ καταφυγή στόν Ὕψιστο, νά κάνει ἔλεος καί νά τούς ἐλευθερώσει. Ἡ ἐπανάσταση εἶχε ἤδη ξεσπάσει πρίν μέρες.
Ὁ δεσπότης Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανός, εὐλόγησε ἀγωνιστές καί ὅπλα. Ἀπό τήν δική τους μεριά οἱ Τοῦρκοι ἔξαλλοι, ἀλλά καί φοβισμένοι γιά τόν ξεσηκωμό, ἄρχισαν τίς θηριωδίες.
Δέν ὑπολόγιζαν τίποτε. Ἔσφαζαν καί σκότωναν ἀνελέητα. Μαγάριζαν καί λεηλατοῦσαν ὅ,τι πιό ἱερό.
Γράφει ο Θεόδωρος Αντωνόπουλος
Στις 8 Δεκεμβρίου, πεζοπόρες φάλαγγες του τακτικού Γερμανικού στρατού υπό τον Εμπερσμπέργκερ (Ebersberger), διοικητή του συντάγματος Αιγίου, ο οποίος ορίστηκε επικεφαλής της «Επιχείρησης Καλάβρυτα» στις 6/12 σε αντικατάσταση του συνταγματάρχη Wolfinger, φτάνουν στην περιοχή των χωριών Ρογοί και Κερπινή.
Ο Ebersberger χώρισε το στρατό σε δύο ομάδες. Η μία κατευθύνθηκε προς τους Ρογούς και η άλλη μπήκε στην Κερπινή.
Η Ιωάννα Τσάτσου στο ημερολόγιό της:
27 Νοέμβρη 1943
Όλη τη νύχτα κατακλυσμός η βροχή, δεν μ’ άφηνε να κοιμηθώ. Μα το πρωί άνοιξα το παράθυρο στην πιο λαμπρή χειμωνιάτικη μέρα.
Η γη ήταν πλυμένη, πεντακάθαρη. Ο ήλιος φωτεινός και ζεστός, σαν ήλιος Αυγούστου. Χτύπησε το τηλέφωνο. Σήκωσα η ίδια το ακουστικό και άκουσα την είδηση:
“Στη Σπάρτη, στο Μονοδένδρι τουφέκισαν χτες οι Γερμανοί εκατόν δέκα εφτά, όλο τον ανθό της πόλης και μέσα σ’ αυτούς το Χρήστο Καρβούνη”.
Έμεινα σαν απολιθωμένη. Δεν καταλάβαινα. Δεν ήθελα να καταλάβω. Ο άνθρωπος ξαναείπε τα ίδια λόγια, τον ακούω ακόμα.
Χτες το πρωί στο Μονοδένδρι τουφέκισαν εκατόν δέκα εφτά.
«Αφού δέ ετελείωσε τάς εργασίας της η Συνέλευσις τού Άστρους, η νέα Κυβέρνησις διώρισε τόν Πάνον φρούραρχον Ναυπλίου, κατόπιν δέ όταν ήλθεν η εσωτερική ανωμαλία τόν έβγαλαν από τό Ναύπλιον διά τής συγκαταθέσεως τού πατρός του, όστις παρέδωκε τότε τό φρούριον εις τούς δύω Ανδρέαν Ζαΐμην καί Ανδρέαν Λόντον.
Έπειτα η Κυβέρνησις τού Κουντουργιώτη, τήν οποίαν ανεγνώρισεν ο Πάνος καί όχι ο πατέρας του, τόν διώρισε νά υπάγη εις τήν πολιορκίαν τών Πατρών μετά τού αδελφού του Γενναίου, ως καί τούς δύω Ανδρέας.
Μετά δέ ταύτα αφού τά πελοποννησιακά πράγματα ανεκατώθησαν κατά τού πατρός του, ανεχώρησεν από τάς Πάτρας καί υπήγεν πρός βοήθειαν αυτού καί τής οικογενείας του, η οποία ήτον εντός τής Τριπολιτσάς.
Τότε η αντιπολίτευσις εκινήθη κατά τής κυβερνήσεως καί τά στρατεύματά της ήλθον νά πολιορκήσουν τήν Τριπολιτσάν, καί επολέμησαν έξωθεν αυτής τά κυβερνητικά στρατεύματα.
Ο εντυπωσιακός βυζαντινός ναός της Παναγίας Οδηγήτριας, που μετά την Επανάσταση του 1821 ονομάστηκε Αγία Σοφία, βρίσκεται κτισμένος πάνω στο κάστρο της Μονεμβασιάς, στην άκρη ενός βράχου, πάνω από τη θάλασσα.
Η παράδοση συνδέει την εκκλησία με τον αυτοκράτορα Ανδρόνικο Β´ Παλαιολόγο, ωστόσο οι πηγές φανερώνουν ότι ο ναός, που αρχικά ήταν αφιερωμένος στην Παναγία Οδηγήτρια, είναι πολύ παλαιότερος και ότι χρονολογείται στα μέσα του 12ου αι., το 1150.
Ο ναός συνέχισε να λειτουργεί κατά την Α΄ Ενετοκρατία (1463-1540) ως Madonna del Castelloή Nostra Donna in Castelloγια τις ανάγκες των καθολικών αξιωματούχων. Στην περίοδο της Α´ Οθωμανικής κυριαρχίας (1540-1690) ο ναός μετατράπηκε σε μουσουλμανικό τέμενος με την προσθήκη μιχρὰμπ, που διατηρείται στον νότιο τοίχο.
Επικεφαλής τών Μανιατών στή μάχη τού Διρού ήταν ο Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης, ο οποίος συντόνιζε τήν άμυνα από τόν πύργο του στό Λιμένι.
Οι Τουρκοαιγύπτιοι πού κινήθηκαν πρός τήν Αρεόπολη, τόν Πύργο Διρού καί τή Χαριά, τό μόνο πού κατάφεραν ήταν νά σφάξουν όσους γέρους καί γερόντισσες βρήκαν στά σπίτια τους.
Οι ιερείς πού λειτουργούσαν στίς εκκλησίες βάρεσαν τίς καμπάνες καί μάζεψαν γύρω τους τούς κατοίκους τών χωριών, οι οποίοι ούτε μία στιγμή δέν δίστασαν νά επιτεθούν μέ ότι όπλα διέθεταν κατά τών εισβολέων.
Γράφτηκαν στιγμές άφθαστου ηρωισμού, κυρίως από τίς γυναίκες τής Μάνης, οι οποίες μέ τά δρεπάνια τού θερισμού, θέρισαν όχι στάχυα αλλά τούρκικα κεφάλια.
Ο Ιμπραήμ αποφάσισε νά επιτεθεί στό μοναδικό μέρος πού δέν είχε αφανίσει μέ τό πέρασμά του, τήν αδούλωτη Μάνη.
Αφού έκαψε τά Σελιτσιάνικα Καλύβια (Κάτω Σέλιτσα) έστειλε επιστολή στόν Γιωργάκη Μαυρομιχάλη, ο οποίος όταν ήταν αιχμάλωτός του, είχε δηλώσει υποταγή καί τού υπενθύμισε τήν υπόσχεσή του.
Ο Ιμπραήμ τόν απείλησε λέγοντας ότι εάν οι Μανιάτες δέν έρχονταν εντός δέκα ημερών νά τόν προσκυνήσουν θά περνούσε μέ τό μαχαίρι όλο τόν τόπο καί δέν θά άφηνε «μήτε ίχνος οσπητίου».
Ο υιός τού Πετρόμπεη έδωσε τήν απάντησή του στό αιγυπτιακό κτήνος: «Ελάβαμεν τό γράμμα σου, εις τό οποίον είδαμεν νά μάς φοβερίζης ότι άν δέν σού προσφέρωμεν τήν υποταγήν μας, θέλεις εξολοθρεύσει τούς Μανιάτας καί τήν Μάνην. Διά τούτο καί ημείς σέ περιμένομεν μέ όσας δυνάμεις θελήσης.»
Χαρακτηριστικό γνώρισμα όμως αυτού του χωριού είναι το ολοκαύτωμά του από τους Γερμανούς στις 5 Ιουνίου του 1944.
Διαβάζοντας την έρευνα του Δημητρίου Π. Κουτσοβίτη, που έχει ασχοληθεί με το θέμα, και έχει δημοσιευθεί στην εφημερίδα Τσίτζινα Νοέμ.- Δεκ. 2000 Αρ. Φύλου 105 λέει:
Μετά τη ναυμαχία του Ναβαρίνου ήταν βέβαιο ότι αργά ή γρήγορα ο Ιμπραήμ θα ήταν αναγκασμένος να εγκαταλείψει την Πελοπόννησο. Πριν όμως φύγει, θέλησε να πατήσει και να καταστρέψει το Σουλιμά.
Στρατοπέδευσε στον κάμπο του Δωρίου με 25000 πεζούς και ιππείς, 35 κανόνια και 4000 Αλβανούς μισθοφόρους. Οι Ντρέδες γνωρίζοντας το σκοπό του είχαν φτιάξει ταμπούρια και περίμεναν την επίθεση των Αιγυπτίων.
Όλοι οι γνωστοί οπλαρχηγοί ήταν εκεί: Οι αρχηγοί Αθανάσιος Γρηγοριάδης και Δημήτρης Παπατσώρης, αλλά και τα παιδιά του Παπατσώρη Αδάμης και Αναγνώστης και οι υπόλοιποι καπεταναίοι Γιαννάκης Γκρίτζαλης, Δημ. Μέλιος, Γ. Συρράκος, Αντ. Συρράκος, Αντώνης Ντάρας, Γ. Μεγάλης, Αναγνώστης Σιαμπρής, Γεώργιος Γκότσης, Διον. Παπαθεοδώρου κ.α.
Πρόσφατα σχόλια