You are currently browsing the category archive for the ‘διήγημα’ category.
Δημήτρης Ψαθάς
«Oι πιτσιρίκοι» είναι αυτοτελές τμήμα από το μεγάλο ομότιτλο σπονδυλωτό αφήγημα του Δημήτρη Ψαθά, το οποίο αναφέρεται στην Εθνική αντίσταση, και ιδιαίτερα στη συμμετοχή των παιδιών σ’ αυτή. Στο απόσπασμα μια παρέα παιδιών κάνει σαμποτάζ σε γερμανικό φορτηγό.
Γενάρης του ’42. Σκελετωμένοι οι άνθρωποι γυρίζουνε στους δρόμους. Νομίζεις πως το κρύο, η πείνα και ο φόβος αγωνίζονται ποιο απ’ τα τρία αυτά κακά θα καταφέρει να γονατίσει μια ώρ’ αρχύτερα τον αναιδέστατον αυτό λαό, που σε πείσμα κάθε λογικής εξακολουθεί να ζει και να υπάρχει. Κι όχι μονάχα αυτό, παρά και ν’ αστειεύεται.
Μερόπη Ν. Σπυροπούλου,
Ὁμότιμη Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
Ἕνα χειμωνιάτικο ἀπόγευμα θά πήγαινα νά μιλήσω σέ μία Σχολή Γονέων. Χάρηκα πολύ, ὅταν, στό αὐτοκίνητο τῆς φίλης πού πέρασε νά μέ πάρει, μέ προϋπάντησε καί ἡ δεκαπεντάχρονη κόρη της, ἡ Κατερίνα.
Εἶχα καιρό νά τή δῶ καί, ὅπως ἦταν φυσικό, οἱ διαπιστώσεις μου γιά τό πόσο εἶχε μεγαλώσει καί πόσο τῆς πήγαινε ἡ ὄμορφη μπλέ ζακέτα πού φοροῦσε, βγῆκαν αὐθόρμητα ἀπό τήν καρδιά μου καί ἔκαναν νά λάμψουν τά γλυκά γαλάζια μάτια της.
Ευτυχώς τα δάκρυα στέγνωσαν γρήγορα κοντά στη μαμά και στον μπαμπά. Και μ’ άρεσε η εκκλησία έτσι μικρή που ήταν. Ούτε χώριζε κανείς τούς άντρες από τις γυναίκες.
Κι ήταν γιομάτη γιαγιάδες και παππούδες, που άκουγαν ευχαριστημένοι τον παπά που έψελνε. Κοντά του στέκονταν λίγοι άντρες κι έκαναν τους ψάλτες.
απόσπασμα από το πασχαλινό διήγημα του Γιώργου Γαλάτση
«Όλοι χρωστάμε κάπου ένα σ`αγαπώ και μια συγνώμη…»
Μενέλαος Λουντέμης
Πρόλογος
Η μέρα εκείνη δεν ήταν μία συνηθισμένη. Ήταν τό βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης. Ο Κωνσταντής -πρώην ναυτικός – έφυγε από τό καπηλειό πού σύχναζε καθημερινά και μία ακατανίκητη δύναμη τού άλλαξε όχι μόνον το σύνηθες δρομολόγιο για το σπίτι του αλλά και την μεταστροφή ολόκληρης της ζωής του.
Ἀλεξάνδρα Παπαδοπούλου – «Διηγήματα»1908
Πέρσι τὰ ἐγγόνια στὴν πρωτοχρονιὰ τῆς ἔβαλαν δόντια τῆς γιαγιᾶς καὶ λάμπουν τώρα ὁλόασπρα μέσα ἀπ’ τὰ ζαρωμένα, ξεφλουδισμένα ἄχρωμα χείλη.
Μὰ τὰ σβησμένα μάτια τῆς γιαγιᾶς δὲν καλοβλέπουν τὰ ἐργόχειρά της, τὰ πέντε ἐγγόνια, ποὺ τῆς τ’ ἄφησε μωρά, τόσα δὰ ἡ μακαρίτισσα ἡ μονάκριβή της κόρη…
Νώντας Σκοπετέας
«Ητοιμάσθην και ουκ εταράχθην» (Ψαλμ. 118, 60)
Μόνο δακρυσμένη την έβλεπαν όλοι την κυρά-Σαββίνα την γερόντισσα, την κοσμοκαλόγρια! Μια μορφή βγαλμένη από σελίδα βιβλίου αγιωτικού, από αυτά που μόνο στην μετάνοια οδηγούν και τα λόγια τους κυλούν συνέχεια στα μάτια όσων με αγαθή ψυχή εύφορη τα διαβάζουν. Καιροί παλαιοί, μα όχι αμνημόνευτοι!
Νίκος Θ. Ἀρβανίτης
Ἡ μέρα ξημέρωσε ζεστή. Ὁ οὐρανός ἦταν κατακάθαρος. Ὁ Ἀπριλιάτικος ἥλιος ἔλουζε στεριά καί θάλασσα. Οἱ ἀχτῖνες του λαμπύριζαν πάνω στίς πολύχρωμες σκηνές τοῦ Μπραΐμη.
Ἦταν ἕνα πρωϊνό τοῦ 1825. Ὁ Ἀπρίλιος μοσχοβολοῦσε καί βρισκόταν στήν τελευταία μέρα του. Ὁ Λεωνίδας, ἕνα σγουρόμαλλο ἄφοβο ἀγόρι, πού μόλις εἶχε πατήσει τά ἕνδεκα, τράβηξε στήν πάνω μεριά τῆς Μοθώνης, κατά τό βουνό.
Νώντας Σκοπετέας
Σε ένα δωμάτιο Νοσοκομείου μόνος μόνω Θεώ! Δεν φανταζόταν ποτέ του ότι θα μπορούσε η μοναξιά να είναι πολύβουη!
Από την προηγούμενη Εβδομάδα που έκανε εισαγωγή το νιώθει!
Ασταμάτητα πάνε και έρχονται γιατροί και νοσηλευτές.
Αγωνία στα πρόσωπα και στις κινήσεις τους!
Συγγραφέας: Σπυροπούλου Μαριαλένα
«Σουτ, σου είπα, μπα σε καλό σου για κορίτσι». Ένα χέρι πετάχτηκε και έστριψε το αυτί της.
«Άουτς, ρε γιαγιά».
«Άχνα μη βγάλεις. Άκου τον παπά, άκου τους ψάλτες».
Η μικρή κατσούφιασε και έστρεψε το βλέμμα προς τα κάτω. Έβλεπε με λεπτομέρεια το μωσαϊκό, τις μικρές κόκκινες ψηφίδες, τις ξυλόγλυπτες καρέκλες με τα λουλουδάκια στα πόδια, ύστερα χασμουρήθηκε με θόρυβο και έστρεψε με ανοιχτό στόμα το βλέμμα στον ουρανό.
Φρόσω Βλασσοπούλου – Κιτσάκη
Ήταν μια φορά ένας νιος καλός, τίμιος και δουλευταράς.
Κάθε το πρωί διάβαινε τη δημοσιά, πέρναγε τον αύλακα απ’ την απέναντι μεριά και λόξευε κατά την καταπράσινη όχθη του ποταμού εκεί τώρα που’ ναι περβόλια και μοσχοβολιές, λιόδεντρα και χαρές, κάτω απ’ την εκκλησιά της Παναγιάς του Ζαπαντιού, κοντά στα Καλύβια.
Πρόσφατα σχόλια