«λαβοῦσα λίτραν μύρου νάρδου πιστικῆς πολυτίμου»
Ἰωάν. ιβ΄ 1-18
Ἡ σαρκωμένη Ἀγάπη, ὁ Κύριος Ἰησοῦς, ἔρχεται πρός τό Πάθος Του. Τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς τῶν Βαΐων μᾶς Τόν παρουσιάζει ἕξι μέρες πρίν τό Πάσχα στή Βηθανία, τό χωριό ὅπου κατοικοῦσε ὁ φίλος Του Λάζαρος, τόν ὁποῖο εἶχε ἀναστήσει ἀπό τούς νεκρούς.
Ἀπό εὐγνωμοσύνη λοιπόν γιά τό θαῦ μα πού εἶχε κάνει στόν ἀδελφό τους οἱ δύο ἀδελφές Μάρθα καί Μαρία Τοῦ ἑτοίμασαν τραπέζι, δεῖπνο, στό ὁποῖο συμμετεῖχε καί ὁ ἴδιος ὁ ἀναστημένος Λάζαρος.
Ἡ Μάρθα, δραστήρια ὅπως πάντα, ἔτρεχε πάλι πάνω-κάτω νά ὑπηρετήσει τόν Κύριο ὅσο μποροῦσε καλύτερα. Ἡ Μαρία κάτι ἄλλο εἶχε σκεφθεῖ…
Εἶχε πάει κι ἀγοράσει ἤδη μία λίτρα (ρωμαϊκή, δηλαδή 300 περίπου γραμμάρια) μύρο. Τί μύρο ὅμως! Ὄχι τῆς σειρᾶς, ὄχι συνηθισμένο, ὄχι φθηνό. Τό ἀκριβότερο, τό πολυτιμότερο μύρο πού ὑπῆρχε στά μυροπωλεῖα.
Ἦταν παρασκευασμένο ἀπό ἕνα ἰνδικό ἀρωματικό φυτό τοῦ γένους βαλεριάνα, πού ὀνομαζόταν νάρδος. Καί τό πῆρε στήν πιό καθαρή, γνήσια, ἀνόθευτη μορφή. Ὄχι μέ προσμίξεις ἄλλες. Καθαρή νάρδος. Πανάκριβη. Βλέπεις, γιά τόν Χριστό προοριζόταν!
Ἔφτασε ἡ ὥρα καί κάθισαν στό τραπέζι. Τότε ἦρθε ἡ Μαρία μέ τό ἀλαβάστρινο μυροδοχεῖο στά χέρια κι ἄρχισε νά χύνει τό πανάκριβο περιεχόμενό του πρῶτα στό κεφάλι τοῦ Χριστοῦ καί μετά στά πόδια Του.
Τό ἔχυνε στά ἄχραντα πόδια Του, ἐνῶ συγχρόνως μέ τά μαλλιά της τά σκούπιζε. Ἡ πιστή μαθήτρια ἐκδήλωνε μέ τόν τρόπο αὐτό τά ἀκριβότερα αἰσθήματα ἀγάπης καί εὐγνωμοσύνης της πρός τόν λατρευτό Διδάσκαλο. Ὅλο τό σπίτι γέμισε ἀπό μεθυστική εὐωδία, σημειώνει ὁ εὐαγγελιστής.
Τότε μιά ματιά ἄστραψε δαιμονικά. Τοῦ Ἰούδα. Κι ἀμέσως τό σχόλιο:
— Γιατί αὐτή ἡ τόση σπατάλη; Θά μποροῦσε αὐτό τό μύρο νά πουληθεῖ 300 δηνάρια καί νά δοθοῦν τά χρήματα στούς φτωχούς!
Αὐτό τό εἶπε, ἐξηγεῖ ὁ εὐαγγελιστής, ὄχι ἐπειδή ἐνδιαφερόταν πραγματικά γιά τούς φτωχούς, ἀλλά ἐπειδή ἦταν κλέφτης, καί, καθώς αὐτός κρατοῦσε τό κοινό ταμεῖο τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ, ἔκλεβε γιά τόν ἑαυτό του ἕνα μέρος ἀπό τά χρήματα…
Ἄκουσε ὁ Χριστός, κι εὐγενικά, χωρίς νά τόν διασύρει – ὅλα τά ’ξερε! – τοῦ εἶπε:
— Ἄφησέ την, Ἰούδα. Αὐτό τό ’κανε σάν προαγγελία τοῦ θανάτου καί τῆς ταφῆς μου. Ἐξάλλου, τούς φτωχούς τούς ἔχετε πάντοτε, καί μπορεῖτε ὅποτε θέλετε νά τούς ἐλεήσετε. Ἐμένα ὅμως δέ θά μ’ ἔχετε πάντοτε μαζί σας!
Ἡ σαρκωμένη ἀγάπη ἑτοιμαζόταν γιά τό Πάθος…
Χάρη στό πικρόχολο σχόλιο τοῦ Ἰούδα μποροῦμε νά γνωρίζουμε τήν τιμή τοῦ μύρου. Σκεφθεῖτε: 300 γραμμάρια – 300 δηνάρια. Ἕνα δηνάριο τό γραμμάριο.
Ἕνα δηνάριο ὅμως ἦταν τό ἡμερομίσθιο τῆς ἐ πο χῆς! Ὁ μισθός ἑνός ἔτους σχεδόν, γιά ἕνα μπουκαλάκι μέ μύρο! Τί μύρο ἦταν αὐτό! Καί πόσο ἀκριβή ἡ εὐγνωμοσύνη τῆς Μαρίας!
Γιατί στό Χριστό δίνουμε ὅ,τι πιό ἀκριβό καί πολύτιμο διαθέτουμε. Ὄχι ἐπειδή τά ἔχει ἀνάγκη. Οὔτε γιατί εἶναι πιό εὐπρόσδεκτα σ’ Αὐτόν τά ἀκριβά ἀπ’ τά φθηνά.
Ἀλλά γιατί; Γιατί δέν βρίσκουμε ἄλλον τρόπο νά τοῦ δείξουμε πόσο Τόν ἀγαπᾶμε, πόσο Τόν λατρεύουμε, πόσο εἶναι Αὐτός γιά μᾶς ὅ,τι πιό ἀκριβό καί πολύτιμο ἔχουμε σ’ αὐτόν τόν κόσμο!
Καί βέβαια τό ὅτι στό Χριστό δίνω ὅ,τι πιό πολύτιμο διαθέτω σημαίνει πώς Τοῦ προσφέρω τά πιό ἀκριβά μου αἰσθήματα, τούς πιό θερμούς χτύπους τῆς καρδιᾶς μου, τούς πιό ἁγνούς πόθους μου.
Εἶμαι πρόθυμος νά θυσιάσω κάποιες ἄλλες ἐπιλογές μου, ἀποφάσεις, δικαιώματα, ἐπιθυμίες, ὄνειρά μου, ὅταν αὐτά θέτουν σέ δεύτερη μοίρα τήν ἀγάπη μου πρός Αὐτόν. Ὅ,τι πιό ὄμορφο, ἁγνό, τρυφερό, γνήσιο, δυνατό, ἀκμαῖο, νεανικό κρύβω μέσα μου, αὐτό τό προσφέρω στό Χριστό.
Κι εἶναι αὐτό τό ἀκριβότερο μύρο μου στή σαρκωμένη Ἀγάπη πού πορεύεται νά πάθει γιά μένα…
Ἀντιγραφή γιὰ τὸ «σπιτὰκι τῆς Μέλιας»
Ο ΣΩΤΗΡ
Ὀρθόδοξο Χριστιανικὸ περιοδικό
Μάρτιος 2010
Εἰκόνα ἀπὸ: cultshop.ru
Σχολιάστε
Comments feed for this article