Αρκετές δεκαετίες πίσω, ακόμα και στη δεκαετία του 1950, οι συμπολίτες μας δεν είχαν την επάρκεια αγαθών που έχουμε σήμερα. Θυμάμαι στο χωριό, η κάθε οικογένεια προσπαθούσε να είναι αυτάρκης.
Προσπαθούσαν να έχουν τα δικά τους τρόφιμα, τα δικά τους ρούχα, και γενικά να παράγουν οι ίδιοι όσο περισσότερα μπορούσαν, από τα αγαθά που τους ήταν απαραίτητα.
Κι’ αυτό όχι βέβαια γιατί ήθελαν να μοχθούν και να κουράζονται, αλλά για τον απλούστατο λόγο ότι τους έλειπαν τα χρήματα. Όλος αυτός ο μόχθος βέβαια τους έκανε επί πλέον να εκτιμούν αυτά τα λίγα που είχαν και να είναι ολιγαρκείς.
Θυμάμαι ας πούμε ότι, παρόλο που όλες σχεδόν οι οικογένειες είχαν ζώα, δεν έτρωγαν κρέας παρά μόνον στις μεγάλες γιορτές. Παρεπιμπτόντως βέβαια, όπως ξέρουμε σήμερα, αυτό ήταν καλό και για την υγεία τους.
Για να σφαχτεί κάποιο ζώο (συνήθως καμιά στερφόγιδα) για κατανάλωση από τους συχωριανούς, έπρεπε να δηλώσει ο καθένας πόση ποσότητα ήθελε, και το ζώο σφαζόταν μόνο αν συμπληρωνόταν περίπου το βάρος του ζώου που θα σφαζόταν!
Θαυμάστε οικολογική διαχείριση την εποχή που ο όρος οικολογία ήταν παντελώς άγνωστος.
Θαυμάστε λοιπόν στην συνέχεια και ολιγάρκεια. Ήταν απογευματάκι και η μακαρίτισσα η μάνα μου μαζί με τις θειάδες μου καθόντουσαν στην Αναδιωτέικη μάντρα συζητώντας, μαζί τους κι εγώ παίζοντας.
Λίγο πιο πέρα στην αυλή του Τάσου του Καραμάνου, η γυναίκα του η Αποστολία στούμπαγε (χτυπούσε) ξερό καλαμπόκι για να βγάλει τους σπόρους. Όταν τελείωσε, το μάζεψε, το φόρτωσε στο γάιδαρό τους και ξεκίνησε την ανηφόρα για το λόγγο.
Περνώντας μπροστά από τις γυναίκες, μία απ’ αυτές την ρώτησε αν έκανε πολύ καλαμπόκι, για να πάρει την απάντηση «Εκανα, έκανα, δόξα τω Θεό, έκανα κάμποσο, πενήντα οκάδες» δηλαδή σημερινά 64 κιλά.
Σημειώστε ότι τότε έφτιαχναν και έτρωγαν και καλαμποκόψωμο, την γνωστή μπομπότα, και ότι η οικογένεια ήταν ένα τσούρμο ολόκληρο!
Σήμερα πετάμε ρούχα και παπούτσια, όχι γιατί πάλιωσαν, αλλά γιατί είτε τα βαρεθήκαμε, είτε δεν είναι πια της μόδας, είτε ακόμα γιατί δεν χωράνε στις ντουλάπες μας.
Πολλά τρόφιμα –μαγειρεμένα και αμαγείρευτα- καταλήγουν στον σκουπιδοτενεκέ αυξάνοντας τον όγκο των αποβλήτων, τις χωματερές και την ρύπανση.
Η οικονομική κρίση είναι πολύ δυσάρεστη, οδυνηρή για τους οικονομικά ασθενέστερους, αλλά, -όπως λέμε «ουδέν κακόν αμιγές καλού»-, μήπως εν τέλει κάνει και κάτι καλό;
Να μας εξαναγκάσει να φερόμαστε λιγότερο σπάταλα, να είμαστε ολιγαρκείς, να κάνουμε καλύτερη διαχείριση των αγαθών που έχουμε, ή ακόμα καλύτερα να τα μοιραζόμαστε μ’ αυτούς που έχουν λιγότερα από εμάς;
Ε.Α. Μάιος 2011
Πηγή: Μακρινή Δωρίδος
Εικόνα από: fanpage
3 Σχόλια
Comments feed for this article
16 Μαρτίου, 2022 στις 10:22 μμ
Ευαγγελια
Καλή μου Μέλια πάλι μου θύμησες τα παλιά.τι να πρωτοθυμηθω.Ολα τα σπιτικά έκαναν το κουμάντο τους φρόντιζαν να καλλιεργούν τα χωραφια τους και να αποκτούν όλα εκείνα προκειμένου να επιβιώσουν. Αν πάλι τους έλειπε κάτι είχαν την επιλογή της ανταλλαγής με τις άλλες οικογένειες..Από ρούχα τίποτε δεν πετάγαμε τα φορούσαν οι μικρότεροι και αν δεν χαλάνε έστω και τριμμένα τα έβγαζαν κουρέλια και υφαινανε πανέμορφες και πολύχρωμες κουρελουδες. Φαγητά δεν περισευανε.Ουτε σκουπίδια υπήρχανε, μόνο στάχτες πετάγαμε.και όμως ο κόσμος δεν βαρυγκομουσε.Χαιρονταν με τις μικροχαρες. Σήμερα έχουμε τα πάντα σε σχέση με τα παλιά και όμως ευχαριστημένοι δεν είμαστε.Κριμα.Επρεπε να μας βρούνε τα δεινά για να αναθεωρήσουμε κάποια πραγματα.Ειθε οι νέοι μας να προβληματιστούμε και να μάθουν να είναι ολιγαρκείς.
Καλό σου βραδυ Μέλια μου.
Ευαγγελια
17 Μαρτίου, 2022 στις 11:07 μμ
Μέλια
Ήταν δύσκολα χρόνια δεν υπήρχαν ευκολίες, λιγοστό το φαγητό, μπαλωμένα τα ρούχα αλλά οι άνθρωποι τα έφερναν βόλτα, σήμερα έχουμε όλα τα καλά και δεν «χορταίνουμε» με τίποτα.
Καλό σου βράδυ Ευαγγελία μου να έχεις την υγειά σου!
18 Μαρτίου, 2022 στις 5:31 μμ
Ιστορίες από το χωριό «Καταναλωτισμός» | Σημεία Καιρών
[…] το «σπιτάκι της Μέλιας» […]