Εικόνα από:greece-report.blogspot.com

Επικεφαλής τών Μανιατών στή μάχη τού Διρού ήταν ο Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης, ο οποίος συντόνιζε τήν άμυνα από τόν πύργο του στό Λιμένι.

Οι Τουρκοαιγύπτιοι πού κινήθηκαν πρός τήν Αρεόπολη, τόν Πύργο Διρού καί τή Χαριά, τό μόνο πού κατάφεραν ήταν νά σφάξουν όσους γέρους καί γερόντισσες βρήκαν στά σπίτια τους.

Οι ιερείς πού λειτουργούσαν στίς εκκλησίες βάρεσαν τίς καμπάνες καί μάζεψαν γύρω τους τούς κατοίκους τών χωριών, οι οποίοι ούτε μία στιγμή δέν δίστασαν νά επιτεθούν μέ ότι όπλα διέθεταν κατά τών εισβολέων.

Γράφτηκαν στιγμές άφθαστου ηρωισμού, κυρίως από τίς γυναίκες τής Μάνης, οι οποίες μέ τά δρεπάνια τού θερισμού, θέρισαν όχι στάχυα αλλά τούρκικα κεφάλια.

Ο αδελφός τού Αναγνώστη Πατσουράκου είχε πάει μέ τή γυναίκα του καί τό μωρό τους σέ ένα πηγάδι γιά νά πάρουν νερό, όταν άκουσαν τίς οπλές τών αλόγων νά κινούνται βιαστικά πρός τό μέρος τους. Αμέσως κρύφτηκαν αλλά άφησαν τό βρέφος στό πλακόστρωτο τού πηγαδιού.

Ένας από τούς Άραβες ιππείς μόλις είδε τό μωρό τό έσφαξε επί τόπου μέ τό σπαθί του. Η μάνα σάν άλλη λέαινα, μόλις είδε τό σπλάχνο της νά σφαδάζει, αποκεφάλισε μέ ένα δρεπάνι τόν φονιά τού παιδιού της καί ξανακρύφτηκε στό θάμνο μέ τόν άντρα της.

Η κόρη τού γέρο Βοζίκη, Πανώρια (Πανωραία), πηγαίνοντας στό χωράφι είδε δύο μουσουλμάνους νά βασανίζουν τόν γέροντα πατέρα της. Χωρίς νά χάσει καιρό έκοψε τό λαρύγγι τού ενός μέ τό δρεπάνι της καί μετά μέ τή βοήθεια τού πατέρα της σκότωσε καί τόν δεύτερο.

Η γυναίκα τού Γεωργούλια Γερακαράκου μέ τό μικρό της γιό, μπλέχτηκε στόν πόλεμο μαζί μέ άλλες γυναίκες. Όταν ο γιός της πού πολεμούσε τούς Τούρκους κτυπήθηκε θανάσιμα, πήρε τό όπλο του καί κλείνοντας τά ματάκια του, τού είπε: «Κοιμήσου, παιδάκι μου, κοιμήσου. Πήρα εγώ τή θέση σου.»

Η γριά Θερασέρη πηγαίνοντας ψωμί καί νερό στούς πολεμιστές, βρήκε τό παιδί της σκοτωμένο στό ταμπούρι του. Χωρίς νά πεί κουβέντα σέ κανένα, πήρε τό καριοφίλι τού παιδιού της καί άρχισε νά τουφεκάει εκείνη στή θέση του.

«Μετά δέ τήν πρός τόν Ιμραχήμην αποστολήν τής απαντήσεως αυτής προσκαλέσαντες πάραυτα τό Ιερατείον τών μερών εκείνων, έψαλον παράκλησιν καί δοξολογίαν, καί ευθύς εξεστράτευσαν πρώτοι οι Γεώργιος καί Αναστάσιος Μαυρομιχάλαι μετά τού Ηλία Κατζάκου μετά επτακοσίων Μανιατών, καί διακοσίων είκοσι Πελοποννησίων.

Ο Στέφανος Πικουλάκης μέ διακοσίους Μανιάτας καί ογδοήκοντα Πελοποννησίους καί εξήκοντα Κρήτας. Ο Γεώργιος καί Σταυριανός Καπετανάκηδες μέ τριακοσίους πεντήκοντα Μανιάτας καί εκατόν είκοσι Πελοποννησίους, ο Νικόλαος Πιεράκος καί άλλοι διάφοροι καπιτάνοι τής Μάνης.

Τήν δέ επιούσαν φθάσαντες εις τόν Αλμυρόν εις τήν θέσιν Βέργαν καλουμένην ετοποθετήθησαν εις αυτήν, όπου συνήρχοντο όλον έν καί άλλοι Μανιάται καί Πελοποννήσιοι, ώστε ο αριθμός όλου τού συναχθέντος ελληνικού στρατού υπερέβη τάς 3000.

Ο δέ Ιμπραχήμης λαβών τήν αποσταλείσαν αυτώ απάντησιν από τούς Μανιάτας ητοιμάσθη μέ στρατεύματα συνιστάμενα από τακτικά, άτακτα καί ιππικόν, καί αριθμούμενα υπέρ τάς 15000, έφθασε δέ τήν 22ην Ιουνίου 1826 πλησίον τής Βέργας, όπου τόν περιέμενον οι Μανιάται.

Μετά δέ δύω ωρών διάστημα αφ’ ού ο υπό τήν οδηγίαν του στρατός επανεπαύθη από τήν οδοιπορίαν, ητοιμάσθη εις πόλεμον. Δοθέντος δέ διά τυμπάνων τού σημείου τής μάχης, τά μέν στρατεύματα επλησίασαν, ήρξατο δέ ο πυροβολισμός πρώτον από τό μέρος τών εχθρών.

Οι δέ Έλληνες έμενον ήσυχοι περιμένοντες νά πλησιάσωσιν οι εχθροί οίτινες προσεγγίσαντες έως όπλου βολής, εφονεύθησαν μέ πρώτον τών Ελλήνων πυροβολισμόν περίπου τών 300.

Τό οποίον αυτό ιδών ο εχθρός, επεχείρησε μετ’ ολίγην πεισματώδη κατά τών Ελλήνων εφόρμησιν, βιαζομένων τών στρατιωτών του υπό τών αξιωματικών, προτρεπόντων αυτούς μέ τά ξίφη εις τάς χείρας, καί φονευόντων εκείνον όστις ήθελεν οπισθοδρομήσει.

Κατ’ εκείνην τήν στιγμήν άξιον θέας ήτο νά βλέπη τις πίπτοντας τούς εχθρούς σωρηδόν έξωθεν τού τείχους, οίτινες καί δειλιάσαντες, τελευταίον οπισθοδρόμησαν.

Αλλ’ ο αλαζών Ιμπραχήμης ιδών τήν ανέλπιστον εκείνην θραύσιν τού στρατεύματός του, πλήρης θυμού διέταξε πάραυτα καί επεβιβάσθησαν 3500 Οθωμανοί εις τά εν Καλάμαις ελλιμενισμένα εχθρικά πλοία, διατάξας ν’ αποβιβασθώσι κατά τό όπισθεν μέρος τής Μάνης εις μίαν δύσβατον θέσιν, επ’ ελπίδι του, ότι οι Έλληνες ήθελον αφήσει κενήν τήν θέσιν τής Βέργας, καί ήθελον τρέξει πρός υπεράσπισιν τών οικογενειών των, ώστε τούτου γενομένου νά εισβάλη τότε ο Ιμπραχήμης εκ τών όπισθεν εις τήν Μάνην από τό μέρος τής Βέργας.

Πρό δέ τής ανατολής τού ηλίου τής 23ης Ιουνίου 1826 έφθασαν τά εχθρικά πλοία εις τό Δηρό, μεταξύ τής Τζίμοβας (Αρεόπολης) καί τού Πύργου, μή όντος εκείσε λιμένος, καί άνευ αναβολής απεβίβασαν εις τήν ξηράν τούς 3500 εχθρούς, αλλά μέ μεγάλην δυσκολίαν διά τό δύσβατον καί τό πετρώδες τού τόπου, ως εκ περιστάσεως δέ αγαθής ευρέθησαν κατά τό μέρος εκείνο 200 οπλοφόροι Μανιάται, εκ δέ τών προκρίτων ο Πιέρος Μαυρομιχάλης, ο Δημήτριος, υιός τού Πέτρου Μαυρομιχάλη, οίτινες διέταξαν τούς ρηθένετες 200 οπλοφόρους νά κτυπώσιν αφόβως τούς εχθρούς, διέταξαν δέ ταυτοχρόνως καί έκρουσαν τούς κώδωνας τών εκκλησιών, προσκαλέσαντες τούς ιερείς, άνδρας, γυναίκας καί παίδας όσους ευρέθησαν.

Έγραψε δ’ εν ταύτω καί ο Δημήτριος Μαυρομιχάλης πρός τό εν τώ Αλμυρώ ευρισκόμενον ελληνικόν στράτευμα τήν εις τό Δηρό κατάπλευσιν τών εχθρικών πλοίων, καί τήν απόβασιν τών εχθρών, έγραφε δέ νά μή ταραχθώσι ποσώς μηδέ ν’ αφήσωσι τήν θέσιν των, αλλά μόνον ν’ αντικρούσωσιν αυτοί τόν εχθρόν, χωρίς νά φροντίζωσι περί τών εν τώ Δηρώ αποβιβασθέντων.

Αλλ’ εν τοσούτω η απόβασις τών εχθρών εξηκολούθει αφ’ ενός μέν μέρους μέ κραυγάς, αφ΄ετέρου δέ μέ τόν κτύπον τών κωδώνων τών εκκλησιών, ώστε έφθασαν καί τινες ακόμη ολίγοι οπλοφόροι Έλληνες, καί έν πλήθος γυναικών Μανιατισσών, καί δύο αρχιερείς μετά τών ιερέων, καί οι μέν Μανιάται επυροβόλουν μέ τά όπλα, αι δέ γυναίκες εμάχοντο μέ τά δρέπανα, ώστε όχι μόνον εφονεύοντο καί επληγώνοντο οι αποβιβαζόμενοι εχθροί, αλλά καί διά τό πετρώδες καί τό δύσβατον τού τόπου, ούτε νά φυλαχθώσιν εδύναντο, ούτε νά καταφύγωσιν εις άλλο μέρος, ούτε δέ καί τά πλοία αυτά εδύναντο νά πλησιάσωσι ποσώς διά νά τοίς βοηθώσι καί νά πυροβολώσι μέ τά κανόνια κατά τών Μανιατών.

ΔΙΡΟΣ

Επί κεφαλής δέ τόσων ανδρών, όσο καί τών γυναικων ίσταντο οι αρχιερείς καί οι ιερείς εμψυχούντες, καί προτρέποντες αυτούς εις τήν τών εχθρών αντίκρουσιν μέ όλην των τήν καρτερίαν, καί γενναιοψυχίαν. Αι δέ πέτραι έπιπτον ως χάλαζα επί τών κεφαλών τών εχθρών.

Αλλ’ εν τώ μεταξύ τοσαύτης αντικρούσεως έσπευσαν νά προσέλθωσι περίπου τών 350 Οθωμανών έως εις τάς θέσεις Πύργου καί Καυκαριάς επιλεγομένης μέχρι τής Φανερωμένης καί Καυχιών, από τούς οποίους έως 65 μόνο επρόφθασαν νά επιστρέψωσιν εις τό Δηρό, τούς δέ λοιπούς εφόνευσαν οι Μανιάται.

Αλλ’ οι διασωθέντες 65 επεβιβάσθησαν μετά τών άλλων κακήν κακώς διά τών λέμβων εις τά πλοία υγιείς τε καί πληγωμένοι.

Ούτω δέ τά μέν πλοία ανεχώρησαν εκείθεν μετά μεγάλης αισχύνης καί φθοράς, η δέ θάλασσα τού Δηρού εκοκκίνησε από τά εκχυθέντα αίματα τών εχθρών κατ’ έκτασιν περίπου δύο μιλίων. Από δέ τούς ευρεθέντας εις τήν μάχην εκείνην τέσσερεις μόνον Μανιάται επληγώθησαν, ηχμαλωτίσθησαν δέ καί δύω γυναίκες, η Τζατζόνυμφη, καλουμένη Καλαποθού καί η Κυριακή Τζατζουλίνα.

Επιστρέψας δέ ο Ιμπραήμ εις τά μεσσηνιακά φρούρια μετά πολλής καταισχύνης εκινδύνευσε νά καταστή φρενήρης. Οι δέ περί αυτόν τόν επαρηγόρουν υπισχνούμενοι ότι εις άλλην εκστρατείαν θέλουν καταστρέψει ολοσχερώς τούς Μανιάτας καί τήν Μάνην.»

Αμβρόσιος Φραντζής 1835, Τόμος Β’

.

Πηγή: agiasofia

.

 

violet flower smiley